Τετάρτη 4 Μαΐου 2011

Κάρολος Παπούλιας: Πρόεδρος ή Πόντιος Πιλάτος;


Οι πανεπιστημιακοί καθηγητές προέβησαν σε πολύ σημαντική πρωτοβουλία, η οποία ενδεχομένως να σηματοδοτήσει την επίσπευσιν της πτώσεως της κυβερνήσεως του Γιώργου Παπανδρέου, που επέβαλε στη χώρα το επαίσχυντον «Μνημόνιον». Κι όχι μόνον αυτό. Οι κορυφαίοι καθηγητές καταλογίζουν ευθύνες και στον Πρόεδρον της Δημοκρατίας.
Η άκρως ενδιαφέρουσα εκδήλωσις της ημερίδος του πνευματικού κόσμου, εθορύβησε τον Πρωθυπουργό και δεν είναι τυχαίον, ότι τίποτε δεν μετεδόθη όχι μόνον από τα κρατικά κανάλια, αλλά ούτε από τα «μεγάλα» και κατευθυνόμενα από τα γνωστά «κέντρα εξουσίας». Προβολή έδωσε το «Κόντρα Τσάνελ» κατ’ αποκλειστικότητα και την επομένη, η εφημερίς «Αυριανή» επαρουσίασε με χτυπητούς τίτλους το θέμα. Έχει ιδιαιτέραν σημασίαν, ότι τις ευθύνες της κυβερνήσεως και τις βολές κατά του κ. Παπούλια, διετύπωσαν ο συνταγματολόγος Γεώργιος Κασιμάτης και ο καθηγητής Κώστας Μπέης, οι οποίοι υπήρξαν στενότατοι συνεργάτες του Ανδρέα Παπανδρέου.
Το κύρος τους στον επιστημονικό κόσμο, αλλά και μέσα στο ΠΑΣΟΚ είναι μέγα, και είναι αδύνατον στον πρωθυπουργό να τους αντικρούσει, ή να περιορίσουν τη δυσμενεστάτην απήχησιν που είχε το δριμύ «κατηγορώ» και των δύο εις βάρος του. Τι μετέδωσε το «Κόντρα» και τι έγραψε η «Αυριανή»:
«Τον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας εγκαλούν για την πραξικοπηματικήν επιβολήν του Μνημονίου, με καταστατικά ακλόνητα επιχειρήματα, δύο από τους νομικούς κολοσσούς της χώρας, ο πατριάρχης των Ελλήνων συνταγματολόγων (και νομικός σύμβουλος του Ανδρέα Παπανδρέου), Γιώργος Κασιμάτης, και ο καθηγητής Κώστας Μπέης, που μετά τη χθεσινή τους έκρηξη (της Τρίτης 12 Απριλίου) αποκαλύψεων από το βήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών, στην διάρκεια ειδικής ημερίδας, έθεσαν οριστικά τον Κάρολο Παπούλια, εκτός κριτικής ασυλίας για τα δεινά του τόπου.

Οι δύο καθηγητές, κατέρριψαν και τον τελευταίο κυβερνητικό ισχυρισμό νομιμότητας του Μνημονίου, κάνοντας ευθέως λόγο για συντριπτικές ευθύνες του Προέδρου, σε ό,τι αφορά την αποδοχή μίας αντισυνταγματικής και άκυρης κοινοβουλευτικά διεθνούς σύμβασης, την οποία θα έπρεπε να αναπέμψει, αρνούμενος να ταυτιστεί με τη στυγνή παραβίαση του καταστατικού χάρτη της χώρας – τον οποίο τελικά ο ίδιος κατέστησε κουρελόχαρτο, δίνοντας ταυτόχρονα με την ύποπτη σιωπή του, θεσμικό άλλοθι στην Κυβέρνηση, προκειμένου να εκχωρήσει την εθνική κυριαρχία στους πλανητάρχες της τοκογλυφίας και να μετατρέψει τους Έλληνες σε μαρτυρικά υποζύγιά τους…».
Ο καθηγητής κ. Μπέης κατελόγισε σοβαρές ευθύνες στον κ. Παπούλια, διότι καθήκον του ήταν, μετά την αντισυνταγματική ψήφιση του Μνημονίου, να το επιστρέψει στην Βουλή, ως απαράδεκτον. Ο κ. Μπέης έκανε λόγο για «κοινοβουλευτικό πραξικόπημα και απάτη» με την κάλυψη του Προέδρου, επικαλούμενος τις συνταγματικές διατάξεις, που αφορούν τόσον το καταστατικόν πλαίσιον των αρμοδιοτήτων του Ανωτάτου Άρχοντος, όσον και τα άρθρα του Συντάγματος περί κυρώσεως διεθνών συμβάσεων.
Έτερος ομιλητής, ο καθηγητής κ. Γ. Κασιμάτης, ετόνισεν ότι καμμία απόφασις, ούτε της Κυβερνήσεως, ούτε της Τρόικας με βάσιν το Μνημόνιον («το οποίον κατά το Σύνταγμα δεν υπάρχει», όπως είπε), δεν αποτελεί έννομον αποτέλεσμα, καθώς η τοκογλυφική παράδοση της Ελλάδος, όχι μόνον δεν επεκυρώθη κατά τα συνταγματικά προβλεπόμενα για τις διεθνείς συμβάσεις (δεν εψηφίσθη από τα τρία πέμπτα της Βουλής), αλλά προχώρησε σε μια συνταρακτική επιβεβαίωση για το πανελλήνιο, επικαλούμενος τις γραφές των διεθνών συνθηκών: «ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΔΕΝ ΕΚΧΩΡΕΙΤΑΙ, ΟΥΤΕ ΜΕ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ»!
Το «Κόντρα Τσάνελ» εκάλεσε τον Πρόεδρον της Δημοκρατίας να ομιλήσει επ’ αυτού του μείζονος θέματος και να απευθυνθεί προς τον Λαόν. Είναι γεγονός, ότι τώρα, δίδεται η ευκαιρία στον κ. Παπούλια, να διαδραματίσει ιστορικόν ρόλον και να προσφέρει μεγίστην υπηρεσίαν προς το Έθνος, εάν διαχωρίσει την θέσιν του από την καταστροφικήν και επονείδιστον πολιτικήν της κυβερνήσεως. Θα ήταν κρίμα να συνδέσει ο κ. Παπούλιας την προεδρικήν θητείαν του με την κάλυψιν του πασοκικού «κοινοβουλευτικού πραξικοπήματος», όπως είπεν ο κ. Μπέης.
Καταπέλτης ήταν όμως στην εν λόγω ημερίδα, και ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Κ. Χρυσόγονος, ο οποίος εζήτησε την αναθεώρησιν του Συντάγματος. Ο κ. Χρυσόγονος, ανεφέρθη στην ανάγκην περιορισμού της βουλευτικής θητείας, εκαυτηρίασε την βουλευτικήν οικογενειοκρατία και κατήγγειλε την διαπλοκήν του πολιτικού συστήματος, με τα ΜΜΕ. Η κυβέρνησις του ΠΑΣΟΚ δεν κυβερνά, αλλά κυβερνάται από την «Τρόικα». Έχει σύρει την χώρα στο βάραθρον. Η Ελλάς βυθίζεται ως «Τιτανικός» και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν είναι δυνατόν να καλύπτει με το κύρος του αντισυνταγματικές πράξεις της κυβερνήσεως, ούτε να αποδέχεται τον ρόλον του Ποντίου Πιλάτου.
Είναι προς τιμήν των πανεπιστημιακών καθηγητών, που πρώτοι ύψωσαν φωνήν και κατήγγειλαν την πράσινη κυβέρνηση των ολετήρων. Ο Γιώργος Παπανδρέου, ο «δοτός» υπουργός του Γ. Παπακωνσταντίνου και τα άλλα κυβερνητικά στελέχη, εθορυβήθησαν. Οι κ.κ. Μπέης και Κασιμάτης απολάμβαναν της εκτιμήσεως και της εμπιστοσύνης του Ανδρέα Παπανδρέου. Ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ εθαύμαζε την επιστημονική τους κατάρτιση, και ζητούσε πάντα την γνώμην των επί σοβαρών θεμάτων. Και οι δύο ήσαν υπεράνω των άλλων συνεργατών του τότε πρωθυπουργού.
Ο Γιώργος Παπανδρέου, ήταν τότε σχεδόν έφηβος. Δεν έχει λοιπόν, ούτε τις γνώσεις, ούτε το «ανάστημα» να αμφισβητήσει ή να αντικρούσει τα όσα εκείνοι καταγγέλλουν για το κοινοβουλευτικό πραξικόπημα. Έτσι, κατέφυγε στο πονηρόν τέχνασμα, να μην μεταδώσουν τα διαπλεκόμενα με το «σύστημα» μεγάλα κανάλια, τίποτε για την τόσο σημαντικήν ημερίδα των Πανεπιστημιακών. Η φωνή, όμως, του πνευματικού κόσμου, διέσπασε το φράγμα της διατεταγμένης σιωπής. Χάρις στο «Κόντρα Τσάνελ», μία ελεύθερη δημοσιογραφική έπαλξη, με άξιους συναδέλφους, ο λαός επληροφορήθη την εκδήλωσιν.
Η ΩΡΑ ΤΩΝ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ
Μετά τους Πανεπιστημιακούς, οι ανώτατοι αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού, ήλθαν να προσθέσουν την κραυγήν της αγωνίας των για την τύχην του Έθνους.
Πρόκειται για εξ ίσου σημαντικήν εκδήλωσιν με εκείνην του πνευματικού κόσμου. Επτά πρώην αρχηγοί του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού, απέστειλαν επιστολήν προς τον Γ. Παπανδρέου στις 14 Απριλίου, με την οποίαν του επισημαίνουν ζητήματα απτόμενα του αξιομάχου των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας, αλλά και της διαφυλάξεως της εθνικής κυριαρχίας και ανεξαρτησίας.

Την επιστολήν υπογράφουν επτά επίτιμοι αρχηγοί του ΓΕΝ. Πρόκειται για τους Ναυάρχους ε.α.: Λεωνίδα Βασιλικόπουλον, Ευάγγ. Λογαράν, Ιωάννην Στάγκαν, Ηρακλήν Δρίκον, Γεώργιον Ιωαννίδην, Δημήτριον Ρούσην και Γεώργιον Καραμαλίκην.
Οι διακεκριμένοι αξιωματικοί τονίζουν στον Πρωθυπουργόν, ότι με αφορμήν την βαθιά οικονομικήν κρίσιν, παράγοντες της κοινωνίας και πολιτικοί, λειτουργούν με τρόπον απαξιωτικόν για τις Ένοπλες Δυνάμεις. Αξιολογούν το έργον τους, με μόνον κριτήριον το οικονομικόν στοιχείον. Εμμέσως πλην σαφώς, οι βολές στρέφονται και κατά του Θ. Παγκάλου.

Οι πρώην αρχηγοί του Πολεμικού Ναυτικού υπογραμμίζουν, ότι εάν κυριαρχήσουν η δημαγωγία και η επιπολαιότητα σ’ αυτά τα ζητήματα, υπάρχει κίνδυνος να υποστούμε απώλειες στα εθνικά μας θέματα, απώλειες που δεν αποκαθίστανται. Και σαφώς εννοούν συρρίκνωσιν εθνικού εδάφους. Οι αρχηγοί υπογραμμίζουν πως, όποιες αποφάσεις περιστολής δαπανών για την Εθνική Άμυνα, θα πρέπει να έχουν βασανιστεί με σύνεση και σε βάθος, για το τι συνεπάγονται. Το σημείον αυτό, είναι φανερόν, ότι αποτελεί αυστηράν κριτικήν προς τον υπουργόν Ευάγγ. Βενιζέλον.
Οι επτά πρώην Α/ΓΕΝ επισημαίνουν, ότι με το κλίμα που έχει διαμορφωθεί, με την περιρρέουσαν ατμόσφαιρα, απειλείται το αξιόμαχον των Ενόπλων Δυνάμεων και εγκαταλείπεται η χώρα «αφύλαχτη» στις ορέξεις της Τουρκίας, της απειλής εξ ανατολών, η οποία είναι υπαρκτή, και μόνον οι εθελοτυφλούντες δεν την αντιλαμβάνονται. Η πρωτοβουλία των Ναυάρχων να κτυπήσουν κώδωνα εθνικών κινδύνων, ανελήφθη από τον χώρον του Ναυτικού και όχι από το σύνολον των τριών όπλων, επειδή λόγω της πληθώρας πρώην αρχηγών, θα ήταν δύσκολον να υπάρξει η σχετική συνεννόησις. Είμεθα όμως εις θέσιν να γνωρίζουμε, ότι η επιστολή αυτή απηχεί απολύτως και τις απόψεις των πρώην αρχηγών τόσον του Στρατού, όσον και της Αεροπορίας, και ετοιμάζεται να αποσταλλεί από μέρους των, ανάλογον κείμενον προς τον Πρωθυπουργόν.
Δέον να σημειωθεί, ότι η επιστολή των επτά πρώην Α/ΓΕΝ απευθύνεται μεν προς τον Γιώργον Παπανδρέου, αλλά θα πρέπει να τύχει ιδιαιτέρας προσοχής και από τον Πρόεδρον της Δημοκρατίας. Οι δύο ανώτατοι πολιτειακοί παράγοντες, οφείλουν όχι μόνον να προβληματιστούν σοβαρώς από την ανησυχίαν εμπείρων ανωτάτων αξιωματικών για την κατάστασιν στας ενόπλους δυνάμεις και τους ορατούς κινδύνους που διαγράφονται στον ορίζοντα, αλλά και να απαντήσουν δημοσίως. Την θέσιν Προέδρου και Πρωθυπουργού, δεν αναμένουν μόνον οι αξιωματικοί, αλλά ολόκληρος ο Ελληνικός Λαός.
Κι επειδή – δυστυχώς – έχουμε πρωθυπουργόν κατώτερον των περιστάσεων, ο οποίος έχει αποτύχει οικτρά σε όλους τους τομείς, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα πρέπει να δείξει εμπράκτως ότι δεν παραμένει αδιάφορος, αλλά ότι γίνεται δέκτης των ανησυχιών των διακεκριμένων αξιωματικών. Γι’ αυτό, αναμένεται από όλους με ιδιαίτερον ενδιαφέρον η τοποθέτησις του κ. Παπούλια. Αλλά και ο αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολιτεύσεως, πρέπει να παρέμβει και να θέσει τον Πρωθυπουργόν ενώπιον των ευθυνών του. Σε ένα τέτοιο μείζον θέμα, η Νέα Δημοκρατία οφείλει να διαδραματίσει πρωταγωνιστικόν ρόλον.
Εάν η κυβέρνησις σιωπήσει, ο κ. Σαμαράς έχει καθήκον να υψώσει τους τόνους. Εάν δεν υπάρξει άμεσος δήλωσις του αρχηγού της μείζονος Αντιπολιτεύσεως, θα δημιουργηθεί η εντύπωσις στον Λαόν, ότι υπάρχει συμπαιγνία μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων. Θα αποτελέσει μέγα στρατηγικόν λάθος, εάν η Νέα Δημοκρατία παραμείνει αδιάφορη στην κραυγήν αγωνίας των Ενόπλων Δυνάμεων. Η κυβέρνησις του ΠΑΣΟΚ παίζει το πένθιμον εμβατήριον για την μοίραν του Έθνους. Αντί να θρηνούμε, έχουμε καθήκον να αντιδράσουμε. Αυτό το σύνθημα μας δίνουν οι αξιωματικοί και οι Πανεπιστημιακοί καθηγητές.
Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΕΔΡΟΝ…
Αναφερθήκαμε στην αρχή, στις επικρίσεις που διετύπωσεν ο καθηγητής κ. Κ. Μπέης κατά του κ. Καρόλου Παπούλια. Πάντοτε με καλήν πίστιν και σεβασμόν προς τον θεσμόν του Ανωτάτου Άρχοντος, θα διατυπώσουμε κάποιες σκέψεις, πιστεύοντας ότι με τον τρόπον αυτόν, βοηθούμε τον Πρόεδρον της Δημοκρατίας.
Κατά το δημοψήφισμα του Δεκεμβρίου 1974 για το Πολιτειακόν, έγινε μεγάλη συζήτησις για τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα, τόσον της Προεδρευομένης Δημοκρατίας, όσον και για εκείνα της βασιλευομένης. Και αι δύο παρατάξεις δημοκρατίαν εψήφισαν. Η διαφορά ήταν στην προέλευσιν του Ανωτάτου Άρχοντος. Κληρονομικόν τον ήθελαν οι Βασιλόφρονες, αιρετόν τον καθιέρωσεν η πλειοψηφία. Ποια είναι η «προβληματική» της αβασιλεύτου δημοκρατίας;
Η δημοκρατία σημαίνει κόμματα. Κάθε πολιτικός οργανισμός επιδιώκει βεβαίως, να έχει πρόσωπον της εμπιστοσύνης του στο αξίωμα του ρυθμιστού του πολιτεύματος. Ο Βασιλεύς ήταν υπεράνω κομμάτων. Το ίδιο οφείλει να είναι και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Επεκράτησεν όμως, ο Πρόεδρος να επιλέγεται όχι απ’ ευθείας από τον Λαόν, αλλά από τα δύο μεγάλα κόμματα. Ο ρυθμιστής του πολιτεύματος είναι ένα είδος διαιτητού. Παρακολουθεί αν τηρούνται οι κανόνες του παιχνιδιού. Όταν, όμως, ο διαιτητής προέρχεται από μίαν ομάδα, είναι δυνατόν να παίξει τον ρόλον του με αμεροληψίαν;
Οι Πρόεδροι που εξελέγησαν από το 1974 προσπάθησαν να ανταποκριθούν στον λεπτόν ρόλον τους. Βεβαίως, για να λειτουργήσει η προεδρική δημοκρατία εποικοδομητικώς, χρειάζονται δύο προϋποθέσεις: Η μία είναι η υψηλή στάθμη των πολιτικών ηθών. Διαθέτουμε ανάλογον πολιτικόν κόσμον; Δευτέρα προϋπόθεσις αποδοτικής λειτουργίας της προεδρικής δημοκρατίας, είναι να υπάρχουν πολιτικές προσωπικότητες μεγάλων διαστάσεων – ηθικών και πολιτικών – ικανές να απολυτρώνονται από τον κομματικόν δεσμόν, να αδιαφορούν για την ιδιοτέλειαν της φατρίας, προς όφελος του εθνικού συμφέροντος. Οι προϋποθέσεις αυτές, δεν υφίστανται σήμερον.
Η πολιτική ατμόσφαιρα αναδίδει αποπνικτικές αναθυμιάσεις ηθικής σήψεως. Ο μεταπολιτευτικός πολιτικός κόσμος, από το 1981 και μετά, απέτυχε παταγωδώς. Τα σκάνδαλα – οικονομικά και άλλα – εμόλυναν ως Τσέρνομπιλ την κοινωνίαν. Τα αναστήματα των περισσοτέρων δημοσίων ανδρών, είναι πολύ κάτω του μετρίου. Φθάνουν και στο μηδέν. Μπορεί να υπάρχουν και εξαιρέσεις, αλλά η οργή του λαού έχει φθάσει σε τέτοιον σημείον, ώστε απαξιώνει και αποδοκιμάζει συνολικά τον πολιτικόν κόσμον.
Τέτοιο κατάντημα, δεν είχε παρουσιάσει ποτέ ο τόπος. Η αποστροφή του κόσμου προς τους πολιτικούς και το πολιτικό σύστημα, εκφράζεται εμφανέστατα σ’ όλες τις δημοσκοπήσεις. Οι υπουργοί του ΠΑΣΟΚ δεν τολμούν να κυκλοφορήσουν δημοσίως. Με το περιβόητον Μνημόνιον, ο Γιώργος Παπανδρέου προέβη σε κοινοβουλευτικόν πραξικόπημα. Την κατηγορίαν τού απηύθυναν επισήμως, οι πλέον έγκυροι νομικοί. Έχει αποθηκεύσει όλην την χώραν στους τοκογλύφους. Θα έπρεπε να λειτουργήσει ειδικόν δικαστήριον για το θέμα αυτό.
Οι κ.κ. Μπέης, Κασιμάτης και Χρυσογόνος προέβησαν σε σοβαρές καταγγελίες, τις οποίες ο Πρόεδρος δεν δύναται να αγνοήσει. Η θέσις του κ. Παπούλια, είναι εξαιρετικά λεπτή. Προέρχεται από το ΠΑΣΟΚ. Ήταν υπουργός Εξωτερικών επί Ανδρέα Παπανδρέου. Ο ίδιος, θέλησε να «αποχρωματισθεί» ως ανώτατος άρχων. Του στέλνει, όμως, ο Γιώργος Παπανδρέου να υπογράψει το Μνημόνιον, την άκυρον κοινοβουλευτικά, διεθνή σύμβασιν. Οι κ.κ. Μπέης και Κασιμάτης το τονίζουν κατηγορηματικώς: Ο κ. Παπούλιας έπρεπε να αναπέμψει την σύμβασιν αυτήν, αρνούμενος να ταυτισθεί με στυγνήν παραβίασιν του καταστατικού χάρτου της χώρας.
Τι θα του προσάψουν τώρα; Ότι ο Πρόεδρος ελειτούργησεν ως κομματικόν στέλεχος του ΠΑΣΟΚ, και όχι ως ανώτατος άρχων. Και είναι κρίμα. Δεν έχει ανάγκην το ΠΑΣΟΚ ο κ. Παπούλιας. Η κυβέρνησις τον έχει ανάγκη και τον εξέθεσε. Έχει ίσως ακόμη περιθώρια ο κ. Παπούλιας να γράψει ιστορίαν, εάν με μίαν θαρραλέαν κίνησιν, διαχωρίσει την θέσιν του από την επονείδιστον κυβερνητικήν πράξιν, και υποχρεώσει με την στάσιν του τον Παπανδρέου, να παραιτηθεί και να φύγει, ή να προσφύγει στις κάλπες. Εμφανιζόμενος όμως ο κ. Παπούλιας, ως Πόντιος Πιλάτος, βλάπτει το κύρος του.
Bookmark and Share