Σάββατο 9 Μαΐου 2015

Οι 100 πρώτες ημέρες της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ

Στις 100 πρώτες ημέρες από την ανάληψη των καθηκόντων της, βρίσκεται η κυβέρνηση συνεργασίας ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και με βάση την πολιτική ορολογία και σημειολογία, μπορούν να εξαχθούν τα πρώτα συμπεράσματα για το έργο της.

Μια κυβέρνηση που ήρθε με πολλές υποσχέσεις και ελπίδες («Η ελπίδα έρχεται» άλλωστε ήταν και ένα από τα βασικά προεκλογικά συνθήματα), μετά τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, και που ήταν αποτέλεσμα της επιλογής της πλειοψηφίας των πολιτών, που δικαίως αγανακτισμένοι από το εθνικό, οικονομικό και κοινωνικό τέλμα που οδήγησε επί δυόμισι χρόνια την Ελλάδα η προηγουμένη κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ με την αδιέξοδη πολιτική των μνημονίων, αποφάσισε να κάνει μια άλλη επιλογή. Εμπιστευόμενος μάλιστα για πρώτη στην νεότερη πολιτική ιστορία και ιδιαίτερα στην μεταπολιτευτική ένα κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς, που όμως η φρασεολογία του και οι πολιτικές του πρακτικές θυμίζουν ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του ‘80 (πριν και μετά τις εκλογές του 1981), με επικεφαλής τον Ανδρέα Παπανδρέου. Αλλά επίσης και ένα σχετικό πρόσφατο ΠΑΣΟΚ αυτό λίγο πριν και μετά από τις εκλογές του 2009 με το σύνθημα «λεφτά υπάρχουν» του Γιώργου Παπανδρέου, που όλοι μετά από τις εκλογές εκείνες, γνωρίζουμε με βάση αυτά που βιώνουμε εδώ και πέντε χρόνια στην καθημερινή μας ζωή, τι κατάληξη είχε.

Έτσι αναλαμβάνοντας καθήκοντα αυτή η κυβέρνηση έριξε όπως ήταν αναμενόμενο ιδιαίτερο βάρος στην οικονομία, υποσχόμενη από την προεκλογική περίοδο στον ελληνικό λαό απαλλαγή από τον φαύλο κύκλο των μνημονίων (που ήταν και ο βασικός λόγος που ψηφίστηκε), μέσα από σκληρή όπως έλεγε διαπραγμάτευση. Όμως κατά την γνώμη μου, μετά τις εκλογές αυτή η διαπραγμάτευση ήταν περισσότερο επικοινωνιακή, με στόχο την δημιουργία θετικών εντυπώσεων στην κοινή γνώμη και στο εσωτερικό των δύο συγκυβερνώντων κομμάτων (ιδιαίτερα του ΣΥΡΙΖΑ). Αυτό γιατί από τις πρώτες ημέρες ο πρωθυπουργός και ιδιαίτερα ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Βαρουφάκης δεν θέλησαν απέναντι στους δανειστές της χώρας να παρουσιάσουν ένα επαρκώς κοστολογημένο οικονομικό πρόγραμμα με ισοδύναμο μέτρα, έτσι ώστε όντως η ευθύνη που επικαλούνται οι αρμόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες για το οικονομικό αδιέξοδο που βρίσκεται η χώρα (με την εμμονή στις παράλογες οικονομικά απαιτήσεις για περικοπή μισθών και συντάξεων), με την έλλειψη ρευστού να βαραίνει όντως την άλλη πλευρά, και όχι την χώρα μας.

Κατά την γνώμη τα χαρακτηριστικά σημεία αυτής της επικοινωνιακής διαπραγμάτευσης είναι δηλώσεις αρχικά μετά την ανάληψη των καθηκόντων του υπουργού Οικονομικών ότι «δεν θέλουμε την δόση των 7,2 δις ευρώ, γιατί δεν είμαστε η κυβέρνηση των δόσεων και θέλουμε μόνο τα κέρδη των ελληνικών ομολόγων», τις τελευταίες ημέρες, έχοντας προβεί σε αλλαγή πλεύσης, το κυβερνητικό επιτελείο να προσπαθεί, εξαιτίας της ύφεσης της ελληνικής οικονομίας που υπήρχε ήδη από την προκήρυξη των εκλογών, αγωνιωδώς να εκταμιεύσει αυτή την δόση του τρέχοντος δανειακού προγράμματος, το όποιο ότι και να υποστηρίζει η κυβέρνηση σχετίζεται άμεσα με την εφαρμογή του Μνημονίου, αλλά και το «βάφτισμα» της τρόικας σε «θεσμούς» και των τεχνικών κλιμακίων της τρόικας σε «Bruselles group». Μια διαπραγμάτευση που ακύρωσε και το θετικό στοιχείο της συμφωνίας της 20ης Φεβρουαρίου, που αυτό το οποίο ζητά από την χώρα μας είναι να παρουσιάσει αξιόπιστα κοστολογημένα μέτρα, που μόλις τις τελευταίες ημέρες γίνεται αυτή η αυτονόητη προσπάθεια να παρουσιαστούν στους δανειστές, με αποτέλεσμα ο ίδιος ο Γιάννης Βαρουφάκης να παραδέχεται ως λάθος του, που δεν επέμεινε ιδιαίτερα στην άμεση παροχή ρευστότητας, και τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκηνα ομολογεί ότι «τώρα μαθαίνουμε λόγω απειρίας πως θα διαπραγματευτούμε με τους δανειστές».

Πολύ περισσότερο, όταν και ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας, αντιλαμβανόμενος που οδηγεί την Ελλάδα αυτό το οικονομικό αδιέξοδο, αφήνει τις διακηρύξεις περί συμφωνίας-γέφυρας, και προσπαθεί μέσω προσωπικών και τηλεφωνικών επαφών με Ευρωπαίους ηγέτες, όπως ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ (τον είχε χαρακτηρίσει λίγο πριν από τις εκλογές του Ιουνίου 2012 ως «Ολανδρέου»), η Γερμανίδα Καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ (κάποτε μιλούσε για «μερκελιστές»), ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν Κλόντ Γιούνκερ, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Μάριο Ντράγκι, αλλά και με την διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρτ να βρει μια λύση-πακέτο, που θα οδηγήσει σε μια οριστική συμφωνία με την εξασφάλιση της παραμονής της Ελλάδας στην ευρωζώνη, με παράλληλες υποχωρήσεις από τις προεκλογικές υποσχέσεις, που ούτως ή άλλως κάποιες είναι ανεφάρμοστες τουλάχιστον σε αυτή την συγκυρία.

Έτσι σύμφωνα με όσα είπε ο πρωθυπουργός στην πρόσφατη τηλεοπτική του συνέντευξη στον Νίκο Χατζηνικολάου, ο Ενιαίος Φόρος Ακινητών (ΕΝΦΙΑ), ένας φόρος που ζημίωσε εκλογικά τα δύο κόμματα της προηγούμενης κυβέρνησης και ιδιαίτερα την ΝΔ, πιθανόν να παραμείνει και το 2015, το αφορολόγητο των 12.000 ευρώ μετατίθεται για την επόμενη χρονιά, ενώ αφήνεται ανοιχτό το ενδεχόμενο συνέχισης του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων όπως στο λιμάνι του Πειραιά με πώληση ακόμα και του 51% του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς (ΟΛΠ), όπου ήδη εξελίσσεται με την συμφωνία της τότε κυβέρνησης της ΝΔ με την κινεζική κυβέρνηση από το 2008, ακόμα και το ενδεχόμενο συνέχισης του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων σε 14 περιφερειακά αεροδρόμια, όπως επίσης και πώλησης του 51% του Οργανισμού Λιμένος Θεσσαλονίκης (ΟΛΘ). Όλα αυτά παρά τις αντιδράσεις της αριστερής και ακροαριστερής πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ και ιδιαίτερα του επικεφαλής της Αριστερής Πλατφόρμας και υπουργού Ενέργειας, Περιβάλλοντος και Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Παναγιώτη Λαφαζάνη, ο οποίος από την ημέρα ανάληψης των καθηκόντων του, ανήγγειλε ακύρωση όλων των ιδιωτικοποιήσεων, χωρίς όμως να έχει οριστικοποιηθεί η στάση της νέας τότε κυβέρνησης στο θέμα αυτό.

Πέρα από την οικονομία, η κυβέρνηση έδειξε αδυναμίες, ανεπάρκειες και ιδιαιτέρα στείρες ιδεοληψίες, εξαιτίας των αριστερίστικων συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ, ιδιαίτερα σε θέματα παράνομης μετανάστευσης και εσωτερικής ασφαλείας με προκλητική ανοχή στην δράση εξτρεμιστικών αναρχοαριστερών στοιχείων. Ειδικότερα στο πολύ σοβαρό εθνικό και κοινωνικό θέμα που αφορά την είσοδο χιλιάδων παράνομων μεταναστών (λαθρομεταναστών για την ακρίβεια, όσο και να ενοχλούνται κάποιοι αυτοαποκαλούμενοι ως «αντιρατσιστές» αυτός είναι ο ακριβής προσδιορισμός όσων εισέρχονται παράνομα σε μια χώρα, χωρίς εκείνη να ζητήσει εργατικό δυναμικό, οι πρόσφυγες αιτούνται πολιτικό άσυλο για να εισέλθουν), η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν είχε κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο για την αντιμετώπιση των παράνομων μεταναστευτικών ροών. Αντίθετα έκλεισε τα κέντρα κράτησης παράνομων μεταναστών (που έστω προσωρινά έδιναν μια λύση στο πρόβλημα), αφήνοντας χιλιάδες λαθρομετανάστες ανεξέλεγκτους στο κέντρο της Αθήνας.

Μάλιστα στις αρχές Μαρτίου, όταν αποκαλύφθηκε με εσωτερικό έγγραφο, η ύπαρξη νόμου για 6μηνη παραμονή των παράνομων μεταναστών στην χώρα, από αρμόδιο ταξίαρχο της ΕΛΑΣ, ο ταξίαρχος αυτός αποστρατεύθηκε με την συναίνεση και του αρμόδιου υπουργού Γιάννη Πανούση, ενώ το πρόβλημα λίγο πριν το Πάσχα και μετά βρίσκεται σε έξαρση με την υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής Τασία Χριστοδουλοπούλου, γνωστή για τις απαράδεκτες θέσεις της περί ελεύθερων και ανεξέλεγκτων συνόρων να δηλώνει ότι «οι μετανάστες αυτοί απλώς λιάζονται στην Ομόνοια». Όλα αυτά ενώ στην έκτακτη σύνοδο κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης που πραγματοποιήθηκε πριν από δύο εβδομάδες στης Βρυξέλλες, ο πρωθυπουργός δεν έθεσε το θέμα της αναθεώρησης της συνθήκης «Δουβλίνο 2». Μία συνθήκη που το 2003 με υπογραφή του τότε πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη και του τότε υπουργού εξωτερικών Γιώργου Παπανδρέου, η Ελλάδα μετατράπηκε σε τόπο υποδοχής και φιλοξενίας των παράνομων μεταναστών, χωρίς να δίνεται η δυνατότητα επαναπροώθησης στις χώρες προέλευσης ή σε χώρες διακίνησης (Τουρκία). Με την Τουρκία μάλιστα έχουν υπογραφεί σχετικές συμφωνίες αποτροπής της παράνομης μετανάστευσης από το 2001, αλλά κατά πάγια τακτική της γείτονας χώρας, οι συμφωνίες αυτές απέναντι στην χώρα μας δεν τηρούνται.

Σε ότι αφορά την κοινωνική γαλήνη και ασφάλεια, παρατηρήθηκε μιαανεξέλεγκτη δράση των εξτρεμιστικών αναρχικών στοιχείων, με καταλήψεις δημοσίων κτιρίων ειδικότερα πανεπιστημίων, επεισόδια στους δρόμους της Αθήνας (με διακριτική έως ανύπαρκτη παρουσία της Αστυνομίας), συνθήματα μπροστά στον τοίχο του Κοινοβουλίου από τις πρώτες ημέρες αυτές της κυβέρνησης, μέχρι και συγκέντρωση των στοιχείων αυτών μπροστά στο προαύλιο της Βουλής, την 1η Απριλίου με αίτημα την αποφυλάκιση του καταδικασμένου τρομοκράτη Σάββα Ξηρού και την κατάργηση των φυλακών τύπου Γ (αιτήματά που η φιλική προς αυτούς κυβέρνηση ασφαλώς και ικανοποίησε), μια ενέργεια που η πρόεδρος της Βουλής την χαρακτήρισε ως ... «διαμαρτυρία πολιτών». Αποκορύφωμα όλης αυτής της ασυδοσίας των αναρχικών ήταν και η κατάληψη στις 30 Μαρτίου της πρυτανείας του πανεπιστημίου Αθηνών με αιτήματα τα όσα προαναφέρθηκαν στην εισβολή της εισόδου του προαυλίου της Βουλής.

Χρειάστηκε να περάσουν τρεις εβδομάδες για κάνει το αυτονόητο η κυβέρνηση, μέσω του αρμόδιου υπουργού Προστασίας του ΠολίτηΓιάννη Πανούση στις 17 Απριλίου διατάσσοντας την εκκένωση του κτιρίου από αυτά τα ταραχοποιά στοιχεία, με την είσοδο των αστυνομικών δυνάμεων των ΜΑΤ, ενώ μέχρι τότε για όσους ζητούσαν αυτή την αυτονόητη επέμβαση μιλούσε για «ακροδεξιές πρακτικές», ενώ ήδη είχαν χαθεί πολλές ώρες πανεπιστημιακού έργου. Μια επέμβαση που συνάντησε αντιδράσεις και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ με χαρακτηριστικές αντιδράσεις αυτές της νεολαίας του κόμματος, των βουλευτών Βαγγέλη Διαμαντόπουλου (που επιτέθηκε προσωπικά στον Γιάννη Πανούση) και Στάθη Λεουτσάκου, και του ευρωβουλευτή Μανώλη Γλέζου, που μίλησαν για την «υπεράσπιση του πανεπιστημιακού ασύλου» (που για τους προαναφερόμενους σημαίνει να μπαίνει η οποιαδήποτε ομάδα στο πανεπιστήμιο να κάνει ότι θέλει, ενώ πανεπιστημιακό άσυλο σημαίνει υπεράσπιση ιδεών). Όλοι τους με στείρες αριστερές έως ακροαριστερές απόψεις.

Φυσικά άλλο ένα μελανό σημείο και η πρόσφατη ψήφιση του νομοσχεδίου που ο υπουργός Δικαιοσύνης Νίκος Παρασκευόπουλοςβάφτισε ως «νομοσχέδιο αποσυμφόρησης των φυλάκων», που στην πραγματικότητα είναι ένα νομοσχέδιο ικανοποίησης των διάφορων αριστερίστικων συνιστωσών της Κουμουνδούρου, με φωτογραφική διάταξη αποφυλάκισης του καταδικασμένου τρομοκράτη Σάββα Ξηρού, με το πρόσχημα του ανθρωπισμού λόγω αναπηρίας στα μάτια (ευθύνεται ο ίδιος για αυτό όταν πήγε να τοποθετήσει βόμβα στο λιμάνι του Πειραιά τον Ιούνιο του 2002 όπου και συνελήφθη). Την ίδια στιγμή ο ίδιος παραμένει αμετανόητος για τα εγκλήματα του και αρνείται το «βραχιολάκι» παρακολούθησης του επικαλούμενος «θρησκευτικούς λόγους» (βέβαια αυτό δεν το σκεφτόταν όταν δολοφονούσε ως μέλος της 17Ν). Ενώ η βουλευτής Φθιώτιδας του ΣΥΡΙΖΑ Βασιλική Λέβα συνομιλεί με τον επίσης καταδικασμένο τρομοκράτη Δημήτρη Κουφοντίνα για να ενημερώσει για το νομοσχέδιο που καταργεί τις φυλακές υψίστης ασφαλείας τύπου Γ (όπου ήταν έγκλειστοι μέλη ακροαριστερών τρομοκρατικών οργανώσεων).

Βέβαια πέρα από τα όσα προαναφέρθηκαν σε αυτούς τους τρεισήμισι μήνες, υπάρχουν και διάφορα προκλητικά νομοσχέδια, όπως αυτό της επαναλειτουργίας της ΕΡΤ, με στόχο το βόλεμα κομματικών φίλων του ΣΥΡΙΖΑ (όπως κατέδειξε κατά την συζήτηση του νομοσχεδίου η τοποθέτηση του βουλευτή Β’ Αθηνών Στάθη Παναγούλη), το νομοσχέδιο για την Δημόσια Διοίκηση (που καταργεί την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων και την «Διαύγεια» - μια από τις ελάχιστες σωστές πράξεις της κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου) και οι δύο πράξεις νομοθετικού περιεχομένου: η μια για την επαναλειτουργία της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης, όπου στο ένα σκέλος διαγράφονται και πρόστιμα από το 1997), και η άλλη της δέσμευσης των αποθεματικών φορέων της γενικής κυβέρνησης (Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Πανεπιστήμια, Νοσοκομεία). Απόλυτα δικαιολογημένα Δήμοι και Περιφέρειες αντέδρασαν σε αυτή την απαράδεκτη ενέργεια, χωρίς να έχει προηγηθεί καμία συνεννόηση με τους συγκεκριμένους φορείς, πολύ περισσότερο όταν τα δύο κόμματα της σημερινής κυβέρνησης ως αντιπολίτευση, και ειδικά ο ΣΥΡΙΖΑ, κατήγγειλαν τις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, όταν έγινε κατάχρηση αυτών των πράξεων από την προηγούμενη κυβέρνηση, ως «χουντικές», παρότι περιγράφονται στο άρθρο 44 παράγραφο 1 του Συντάγματος.

Επίσης και οι θεσμοί, όπως εκείνος του προέδρου της Βουλής, με την συμπεριφορά της Ζωής Κωνσταντοπούλου υπέστησαν ένα πολύ σημαντικό πλήγμα που πότε μεταπολιτευτικά δεν το υπέστησαν, με μια εριστική συμπεριφορά και απαξιωτική σε κόμματα του κοινοβουλίου και βουλευτές (έχοντας ανάλογη συμπεριφορά και κατά την προηγούμενη σύνοδο του κοινοβουλίου), συγκροτώντας επιτροπές με στόχο αποκλειστικά την προσωπική της προβολή και την εξυπηρέτηση μικροκομματικών σκοπιμοτήτων. Όλα αυτά ενώ ο ρόλος του προέδρου του κοινοβουλίου, που είναι ο τρίτος πολιτειακός θεσμός της χώρας σύμφωνα με το Σύνταγμα προϋποθέτει σύνεση, μετριοπάθεια, υπευθυνότητα και ισότιμη συμπεριφορά προς όλες τις πτέρυγες του κοινοβουλίου.

Εξαίρεση πάντως σε ότι αφορά στο θέμα της λειτουργίας των πολιτειακών θεσμών είναι η συναίνεση στο πρόσωπο του Πρόεδρου της Δημοκρατίας, όπου παρότι ο ΣΥΡΙΖΑ που είναι το βασικό κόμμα αυτής της κυβέρνησης μπορούσε να επιλέξει ένα πρόσωπο με αριστερή ιδεολογική άποψη, προτίμησε ένα πρόσωπο από τον χώρο της κεντροδεξιάς, τον Προκόπη Παυλόπουλο, επί σειρά ετών στέλεχος και υπουργό κυβερνήσεων της ΝΔ. Παρά τις όποιες διαφωνίες μαζί του, τουλάχιστον εξέφρασε την αποδοχή και άλλων δύο κομμάτων, των ΑΝΕΛ (συγκυβερνών κόμμα) και της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Από τις ελάχιστες θετικές πράξεις αυτής της κυβέρνησης ξεχωρίζω το νομοσχέδιο για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης με επιδότηση στέγασης και σίτισης, αν και βελτιώνει προηγούμενους νόμους, όπως το κοινωνικό τιμολόγιο της ΔΕΗ, αλλά και το νομοσχέδιο για τις 100 δόσεις ρύθμισης των φορολογικών εκκρεμοτήτων, που απλώς βελτιώνει την προηγούμενη ρύθμιση. Πάντως ενδιαφέρον θα έχει και η περαιτέρω στάση του κόμματος των ΑΝΕΛ που υποστηρίζει ότι έχει «κόκκινες γραμμές» όταν ενδεχομένως έρθει από τον ΣΥΡΙΖΑ συμφωνία με τα Σκόπια που θα περιλαμβάνει σύνθετη ονομασία, αλλά και νομοσχέδιο που θα αποδίδει την ιθαγένεια στα παιδιά των μεταναστών.

Ολοκληρώνοντας αυτό το άρθρο, εύχομαι η χώρα να μπορέσει να βγει από το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται εδώ και χρόνια λόγω μνημονίων, οι σημερινοί κυβερνώντες να φέρουν μια καλή συμφωνία για την οικονομία με παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη και να πορευτούν όχι με δημαγωγία και εύκολο εντυπωσιασμό, γιατί η Ελλάδα χρειάζεται ουσία και αποτελεσματικότητα για να μπορέσει να δώσει λύσει στα εθνικά, κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει εδώ και πολλά χρονιά.

Δεν υπάρχουν σχόλια: