Σάββατο 27 Ιουνίου 2009

Ναρκωτικά: Μια ...εξομολόγηση.!

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα (26.06) Κατά των Ναρκωτικών, δημοσιεύουμε σήμερα μια συγκλονιστική εξομολόγηση ενός πρώην χρήστη ναρκωτικών, που περιέχεται στο βιβλίο του gianniotis με τίτλο:

Ν Α Ρ Κ Ω Τ Ι Κ Α

(Τα ...εκρηκτικά που σκοτώνουν)
--------------------------------

Αθανάσιος Ν*., ετών 38, από την Πάτρα, μόνιμος κάτοικος Μεταμόρφωσης Αττικής, ιδιωτικός υπάλληλος:

["…Στα 14 άρχισα περιστασιακά να κάνω χρήση χασίς, παρέα με δύο φίλους μου, το Σωτήρη και τον Ανδρέα που πηγαίναμε στο ίδιο σχολείο. Ο Σωτήρης ήταν πολύ "αεράτος", από ευκατάστατη οικογένεια, χωρίς αναστολές ή φοβίες και διέθετε μεγάλη πειθώ, ενώ ο Ανδρέας ήταν κλειστός τύπος. Δεν ταιριάζαμε, αλλά επειδή μέναμε στην ίδια γειτονιά, κάναμε παρέα αναγκαστικά.
Ο Σωτήρης, παρά τη μικρή του ηλικία, είχε πολλές γνωριμίες κι' εγώ ένιωθα μειονεκτικά απέναντί του.
Κυκλοφορούσε με λεφτά στη τσέπη και τα κορίτσια τον "πηγαίνανε".
Μου είπε μια μέρα ότι δεν την "έβρισκε" με το χασίς, και μου έδειξε μία καρτέλα με χάπια που είχε μαζί του. Τον είδα να παίρνει δύο απ' αυτά, χωρίς νερό, και μου πρόσφερε κι' εμένα άλλα δύο. Δεν τον ρώτησα τίποτε για να μη φανεί ότι ήμουν άσχετος. Προσπάθησα να τα πάρω χωρίς νερό, αλλά δεν μπόρεσα και τα κράτησα πολύ ώρα στο στόμα μου. Ήταν πολύ πικρά, σαν δηλητήριο. Αναγκάστηκα να αγοράσω αναψυκτικό για να φύγει η πίκρα από το στόμα μου. Εκείνο που με ενδιέφερε περισσότερο ήταν να μη καταλάβει τίποτε ο Σωτήρης.
Και δεν κατάλαβε.!
Όταν πήγα στο σπίτι μου, ήμουνα πολύ χαλαρωμένος και δεν είχα όρεξη για τίποτε.
Αποκοιμήθηκα και την επόμενη μέρα δεν μπόρεσα να ξυπνήσω και δεν πήγα σχολείο.
Δεν ξέρω αν ένιωθα καλά, εκείνο που ξέρω είναι ότι αισθανόμουνα πολύ περίεργα.
Μου άρεσε, και με τον καιρό άρχισα να συνηθίζω. Από το σπίτι μου δεν κατάλαβαν τίποτε. Είχαν όλοι άγνοια και μαύρα μεσάνυχτα.
Ο Ανδρέας, σιγά – σιγά άρχισε να απομακρύνεται από την παρέα μας, ώσπου τελικά τον χάσαμε και πολύ σπάνια και κατά τύχη τον βλέπαμε. Τον θεωρούσαμε φυτό και ξενέρωτο.
Με τον καιρό γινόμουνα όλο και πιο "γνώστης του αντικειμένου", ενώ είχα ήδη εξοικειωθεί και με άλλες χρήσεις κάνοντας χρήση αυτών και ιδιαίτερα του χασίς σε καθημερινή βάση, ενώ τα χάπια τα έπαιρνα χωρίς νερό πλέον.
Κάποια μέρα ο Σωτήρης μου έδειξε ένα σκονάκι και μου είπε ότι ήταν "μαυρούλα" (ηρωίνη). Κατάλαβα από τη στάση και τη συμπεριφορά του ότι είχε ξαναδοκιμάσει. Παραδέχτηκε ότι τυχαία βρέθηκε σε φάση και είχε πιει άλλες δύο φορές, παρέα με άλλα τρία… λαμόγια. Έτσι μου τα περιέγραψε.
Ένιωσε ενοχές που δεν με είχε ενημερώσει.
Την ώρα που την ετοίμαζε, εγώ τον παρακολουθούσα με αγωνία, χωρίς να το δείχνω, ενώ μια σταγόνα ιδρώτα αισθάνθηκα να κυλάει στο πρόσωπό μου.
Κάναμε χρήση με την ίδια σύριγγα. Για μένα ήταν η πρώτη φορά.
Μετά από λίγο ένιωσα ένα δυνατό κόμπο στο στομάχι μου, άρχισα να ιδρώνω και να πνίγομαι. Το στομάχι ανέβαινε στο λαιμό μου και ήθελα να κάνω εμετό.
Προσπάθησα αλλά δεν μπόρεσα. Άλλωστε δεν είχα και τίποτε να βγάλω, αφού ήμουνα νηστικός. Έβγαλα μόνο μερικά υγρά περίεργα, με πράσινη απόχρωση. Ανέπνεα με μεγάλη δυσκολία και ζαλιζόμουνα.
Ο Σωτήρης δίπλα μου με νευρικές κινήσεις, μουρμούριζε διάφορα και μονολογώντας, έβριζε χυδαία κάποιον "πέτσινο" (παρατσούκλι) με πολύ άσχημες εκφράσεις, ενώ κωλόπαιδο τον ανέβαζε και τον κατέβαζε.
"…Μη στενοχωριέσαι ρε, ήταν "αρρωστιάρα" η πουτάνα…", μου είπε τρίζοντας τα δόντια του. "…Θα το ξαναβρώ το κωλόπαιδο και θα το γ…".
Αισθανόμουνα απαίσια και είχα κυριευθεί από φόβο.
Εκείνο το βράδυ, δεν πήγα στο σπίτι μου. Μείναμε μαζί με το Σωτήρη πολλές ώρες, μέχρι που ξημέρωσε και νιώσαμε καλύτερα. Ορκίστηκα να μη ξαναδοκιμάσω.
Δεν ήθελα άλλη τέτοια εμπειρία.
Ο Σωτήρης μου είπε ότι δεν τρέχει τίποτε και ότι η πραγματικότητα ήταν διαφορετική.
Είχε..."δίκιο". Τα επόμενα βαρέματα με κάνανε… "άρχοντα".
Ένιωθα καλά, ήταν όλα δικά μου δεν είχα πλέον φοβίες και ζούσα μια άλλη, πρωτόγνωρη για μένα κατάσταση με μεγάλη αυτοπεποίθηση θάρρος και σιγουριά για τον εαυτό μου. Αυτά τα συναισθήματα δυστυχώς κράτησαν πολύ λίγο.
Δεν πέρασε πολύς καιρός και από νωρίς μάλιστα άρχισα να ψάχνομαι. Ήθελα να πίνω συνέχεια. Όταν μου έλειπε ένιωθα απαίσια, είχα πολλά νεύρα, μεγάλη ταραχή, δεν με ενδιέφερε τίποτε. Το μυαλό μου ήταν καρφωμένο πάνω της και όταν εμφανίσθηκαν οι πρώτοι πόνοι, η κατάσταση άρχισε πλέον να γίνεται δύσκολη και σιγά – σιγά απερίγραπτη.
Έψαχνα απεγνωσμένα να βρω το Σωτήρη. Ήταν η μοναδική μου ελπίδα γιατί αυτός είχε οικονομική άνεση, ενώ εγώ δεν είχα ούτε τσιγάρο να καπνίσω.
Είχαν καταλάβει όλοι, ότι εγώ ήμουνα…αλλού.
Η κατάσταση καθημερινά χειροτέρευε και άρχισε να γίνεται ανεξέλεγκτη όταν πούλησα το ρολόϊ της μάνας μου και το χρυσό σταυρό μου. Αναγκάστηκα γιατί πονούσα πολύ και η πρέζα μου έλειπε.
Το σχολείο είχε γίνει παρελθόν πριν από πολύ καιρό. Έκλεβα και ψώνιζα ώσπου κάποια στιγμή με συνέλαβαν. Είχα να πιω δύο μέρες και με δυσκολία περπατούσα. Οι αστυνομικοί δεν με έβαλαν στο κρατητήριο, γιατί φαίνεται πως γι’ αυτούς ήμουνα ακίνδυνος. Με κράτησαν στα γραφεία τους και μου πρόσφεραν φαγητό και τσιγάρα.
Κατά περίεργο και ανεξήγητο τρόπο μπορώ να πω ότι μου φέρθηκαν πολύ καλά και πολύ ευγενικά. Ήταν όλοι κύριοι.
Εγώ δεν μπόρεσα να φάω, γιατί και το τσιγάρο που κάπνιζα το κρατούσα δυσκολία. Μου πρόσφεραν γάλα και δύο σοκολάτες. Έφαγα ένα κομμάτι σοκολάτα και ήπια λίγο γάλα. Μου ήρθε να ξεράσω. Πονούσα φοβερά και ήθελα να πεθάνω. Τα στερητικά μου με είχαν φέρει σε πολύ άσχημη κατάσταση. Κάλεσαν τον υπηρεσιακό γιατρό, ο οποίος ήρθε αμέσως και μου έκανε μία ένεση. Πρέπει να ήταν μορφίνη. Δεν με έπιασε πουθενά. Τον παρακάλεσα να μου κάνει κι’ άλλη μία. Δεν ξέρω αν μου έκανε. Έπεσα στο δάπεδο, κρύωνα πολύ, πονούσα ανυπόφορα, μαζεύτηκα σαν το κουβάρι και από το στόμα μου έβγαιναν περίεργα σάλια. Ένας αστυνομικός κρατούσε το κεφάλι του, έχοντας τα δυο του χέρια στο σαγόνι και μονολογούσε.
Έβριζε αόριστα.
Αντάλλαξε βαριές κουβέντες με κάποιο συνάδελφό του που με ειρωνεύτηκε. Πρέπει να με λυπόταν εκείνη την ώρα.
Μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση και αφού έβλεπαν ότι εγώ χειροτέρευα, κάλεσαν ασθενοφόρο και με συνοδό έναν αστυνομικό, με μετέφεραν στο νοσοκομείο Αγία Όλγα της Νέας Ιωνίας, απ' όπου βγήκα μετά από πέντε μέρες.
Με εντολή Εισαγγελέα δεν παραπέμφθηκα στο αυτόφωρο που είχε ήδη περάσει, αλλά έστειλαν τη δικογραφία και ορίστηκε τακτική δικάσιμος.
Στο δικαστήριο, έκριναν την κλοπή μου ως ευτελούς αξίας και καθάρισα, χάρις την παράκληση του θύματος που ζητούσε να μη τιμωρηθώ και ότι ο ίδιος με συγχώρεσε για την κλοπή.
Παράλληλα από το δικαστήριο κρίθηκα ως… "μη δυνάμενος". Μια έκφραση που δεν την καταλάβαινα και πολύ καλά τότε. Αυτό όμως με χαρακτήριζε ως πλήρως εξαρτώμενο άτομο, ότι δηλαδή δεν μπορούσα να έχω τον έλεγχο του εαυτού μου και συνεπώς είχα και το ακαταλόγιστο των πράξεών μου.
Αυτό αποδείχθηκε ότι ήταν καλό "πτυχίο" για μένα, αφού με το πρόσχημα αυτό καθάρισα και από άλλα τρία δικαστήρια.
Οι Ιατροδικαστικές εκθέσεις με χαρακτήριζαν "πλήρως εξαρτημένο άτομο με ελλιπή καταλογισμό"…
…Ο καιρός περνούσε βασανιστικά και η κατάστασή μου μέρα με τη μέρα χειροτέρευε. Δεν έτρωγα, δεν περπατούσα, δεν κοιμόμουνα, δε γέλαγα, δεν έκλαιγα, τα δόντια μου έπεφταν και στο πρόσωπό μου ήταν μόνιμα αποτυπωμένη η ωχράδα του θανάτου. Δεν μου είχαν μείνει ούτε αισθήματα, ούτε συναισθήματα. Το μόνο που ένιωθα να με τυλίγει, ήταν μίσος και κακία για τα πάντα γύρω μου και προ παντός για το ίδιο μου το σώμα και την εμφάνισή μου. Μίσησα, σιχάθηκα και αηδίασα τον εαυτό μου.
Ο Σωτήρης ήταν σε χειρότερη κατάσταση από μένα. Είχε αδυνατίσει 18 κιλά, τα δόντια του είχαν πέσει, τα χέρια του έτρεμαν μόνιμα και οι γονείς του αντιμετώπιζαν σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Επιχείρησαν πολλές φορές να τον βάλουν σε θεραπευτική κοινότητα, αλλά δεν τα κατάφεραν. Δεν ήθελε και ο ίδιος. Η οικονομική τους κατάσταση καθημερινά χειροτέρευε και έπεσαν όλοι με τα μούτρα για να τον σώσουν. Οι προσπάθειές τους ήταν υπεράνθρωπες. Πούλησαν το τελευταίο ακίνητο που τους είχε μείνει (ένα οικόπεδο στη Λούτσα), μαζί με το ιδιόκτητο σπίτι όπου έμεναν στη Μεταμόρφωση,
αλλά ο Σωτήρης τελικά δεν σώθηκε.
Βρέθηκε παγωμένος
σ' ένα παγκάκι μια νύχτα του χειμώνα, μέσα στο πάρκο της Καλογρέζας.
Στις 13 Ιανουαρίου 1991 μέρα Κυριακή.
Και τι ειρωνεία…!!!.
Εκείνη τη νύχτα εγώ δεν ξέρω γιατί και πως σώθηκα. Μαζί είχαμε βαρέσει και μετά από λίγο χαθήκαμε. Έψαχνα να τον βρω κι' αυτός ήταν ξαπλωμένος δίπλα μου σαν να κοιμόταν. Εγώ όμως δεν τον έβλεπα. Έβλεπα μια συνεχόμενη λάμψη μπροστά μου, και πιο μακριά ένα σταθερό και πιο έντονα φωτισμένο σημείο. Έβλεπα τον εαυτό μου, με πλάτη προς εμένα, να περπατάει προς αυτό το σημείο και ένιωθα καλά. Όλα ήταν πολύ φωτεινά κι' όσο απομακρυνόμουνα, αισθανόμουνα την ανάγκη να γυρίσω πίσω αλλά δεν μπορούσα. Αυτή η διαδρομή μου φάνηκε ατελείωτη και ξαφνικά είδα τον εαυτό μου να επιστρέφει προς εμένα με πιο γρήγορα βήματα. Ζούσα σαν σε όνειρο και δεν ήθελα να…ξυπνήσω ποτέ. Όταν κάποια στιγμή ξύπνησα, είδα τη μάνα μου και τον αδελφό μου να με κοιτάνε με οίκτο. Βρισκόμουνα σ' ένα θάλαμο κάποιου νοσοκομείου, μόλις είχα βγει από την εντατική, χωρίς ωστόσο να ξέρω το πώς βρέθηκα εκεί.
Μαζί τους – τη σύμπτωση – ήταν κι' ένας… αστυνομικός.
Αυτός που είχε κάνει τη δικογραφία όταν με συνέλαβαν και ο οποίος είχε δώσει εντολή να μη με βάλουν στο κρατητήριο. Ήταν εκείνος που αντάλλαξε τις βαριές κουβέντες με τον συνάδελφό του, όταν εγώ ήμουνα "λιάδα".
Δεν ξέρω, αλλά αυτός ο άνθρωπος μου φάνηκε αλλιώτικος από την πρώτη στιγμή που τον γνώρισα.
Αντιπαθούσα το σινάφι του, αλλά γι' αυτόν δεν ένιωσα ποτέ έτσι.
Αργότερα έμαθα πως ήταν αυτός που με μετέφερε στο νοσοκομείο και ειδοποίησε τη μάνα μου, ενώ οι γιατροί μου είπαν ότι είχα φθάσει σε μία προθανάτια κατάσταση και σώθηκα στο παρά…ένα.
Άρχισα να συμπαθώ αυτό το μπάτσο, ιδίως όταν έσφιξε το χέρι μου και με χάϊδεψε στα μαλλιά. Παρ' όλα αυτά διατηρούσα μία επιφύλαξη γι' αυτή τη συμπεριφορά του.
Δεν μπορούσα να χωνέψω ότι αυτός που με είχε συλλάβει και με είχε "τυλίξει" στα χαρτιά μπορούσε να μου φερθεί μ' ένα τέτοιο τρόπο. Αισθανόμουνα αμηχανία μπροστά του, ενώ η μάνα μου τον κοίταζε σαν θεό και κατάλαβα ότι πολύ γρήγορα θα επιχειρήσει να με…τουμπάρει.
Και τελικά τα κατάφερε…
Στο νοσοκομείο με επισκεπτόταν καθημερινά και αυτός μου μετέφερε το μαντάτο για το χαμό του Σωτήρη. Όλοι το γνώριζαν εκτός από εμένα. Η στιγμή της φρικτής αυτής αναγγελίας δεν θα φύγει ποτέ από το μυαλό μου.
Ήταν τόσο φοβερό. Ποτέ δεν θα το πιστέψω.
Βγήκα από το νοσοκομείο και ο ίδιος με πήγε στο σπίτι μου, μαζί με τη μάνα μου και τον αδελφό μου. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας με πήρε και πήγαμε στον τάφο του Σωτήρη. Κρατούσε ένα τριαντάφυλλο και το άφησε πάνω στο βρεγμένο χώμα. Τον γνώριζε το Σωτήρη.
Όση ώρα βρισκόμασταν εκεί δεν αλλάξαμε κουβέντα, εγώ άλλωστε στην κατάσταση που βρισκόμουνα, δεν μπορούσα να μιλήσω. Του ζήτησα να με αφήσει λίγο μόνο μου, να μιλήσω με το Σωτήρη και διακριτικά αποσύρθηκε από το σημείο, χωρίς ωστόσο να απομακρυνθεί πολύ. Είχε σταθεί πίσω από ένα παρακείμενο μνήμα και με παρακολουθούσε, χωρίς ωστόσο εγώ να πάρω χαμπάρι. Αργότερα μου είπε ότι δεν απομακρύνθηκε από το σημείο γιατί φοβήθηκε μήπως κόψω τις φλέβες μου, επειδή επάνω στον τάφο του Σωτήρη υπήρχε ένα σπασμένο πιάτο.
Γονάτισα και φίλησα τη βρεγμένη φωτογραφία του Σωτήρη που ήταν ανάποδα γυρισμένη, δίπλα σ’ ένα στεφάνι. Πήρα στην αγκαλιά μου ένα ξύλινο σταυρό που ήταν πρόχειρα τοποθετημένος πάνω στο χώμα με το όνομά του.
Έμεινα αρκετή ώρα σ’ αυτή τη στάση. Έκλαιγα με λυγμούς. Μου φαινόταν απίστευτο.
Φεύγοντας άφησα δίπλα στον ξύλινο σταυρό δύο τσιγάρα και μισό κουτί τσίχλες. Δεν είχα τίποτε άλλο να του δώσω.
Πήραμε το δρόμο της επιστροφής για το σπίτι.
Μετά από αρκετή ώρα σιωπής, κι’ ενώ είχε σταματήσει σε κάποιο φανάρι με ρώτησε κοφτά: "Εσύ Θανάση, τι λουλούδια προτιμάς;"
Είδα μεγάλη θλίψη ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του και πρώτη φορά τον είδα τόσο αγανακτισμένο. Η στάση του με τάραξε πάρα πολύ. Έβριζε σε τρίτο πρόσωπο και ποτέ δε με κοίταξε. Άρχισα να νιώθω ενοχές. Ήμουνα πολύ ταραγμένος. Τον παρακάλεσα να μείνει στο σπίτι μας όσο μπορούσε περισσότερο, πράγμα που έκανε χωρίς αντίρρηση.
Δεν ξέρω γιατί, αλλά τον ήθελα να βρίσκεται κοντά μου. Φοβόμουνα. Ακόμα δεν μπορώ να εξηγήσω αυτό το γεγονός.
Η μάνα μου έκλαιγε, και κάποια στιγμή κατάλαβα ότι της έκανε νόημα να σταματήσει και να μας αφήσει μόνους.
Όλο το βράδυ δεν κοιμήθηκα. Μιλούσαμε μέχρι το πρωί και πιο πολύ εκείνος, μέχρι που ξημέρωσε και αποκοιμήθηκα. Από εκείνη τη νύχτα άρχισαν να αλλάζουν όλα.
Ένιωσα ντροπή για τον εαυτό μου και πρωτοφανείς ενοχές για το θάνατο του φίλου μου, συναισθήματα που δεν είχα νιώσει ποτέ ως τότε.
Κάναμε παρέα με το μπάτσο καθημερινά. Έπαιρνα μπροστά του ηρεμιστικά και παυσίπονα. Καταλάβαινε ότι πονούσα και δεν μου έλεγε ποτέ τίποτε. Ήμουν γαντζωμένος πάνω του. Η ηρωίνη όμως, μου έλειπε πάρα πολύ. Πνιγόμουνα και προσποιούμουνα ότι πονούσα λίγο, ενώ στην πραγματικότητα οι πόνοι μου ήταν τρομακτικοί.
Είχα αποφασίσει να την κόψω.
Κατάλαβα και συνειδητοποίησα ότι ο θάνατος ήταν πολύ κοντά μου αν συνέχιζα μ’ αυτό το ρυθμό. Ήθελα όμως να ζήσω. Πέρασα πολύ βασανιστικές μέρες και το χειρότερο, πολύ άσχημες νύχτες. Ορκίστηκα στα κόκαλα του Σωτήρη να μη ξαναπιώ.
Υπέφερα πάρα πολύ και ο χρόνος κυλούσε πολύ αργά και βασανιστικά. Πιο πολύ όμως υπέφερα στη σκέψη ότι, μήπως δεν θα μπορούσα να κρατήσω τον όρκο μου.
Μετά από δύο μήνες περίπου και ενώ ήμουνα καθαρός όλο αυτό το διάστημα, βρήκα κάτω από την πόρτα του σπιτιού μου ένα "σκονάκι". Το είδα και δεν πίστευα στα μάτια μου. Τρελάθηκα. Δεν ήξερα τι να κάνω. Θόλωσα και έτρεμα από αγωνία.
'Ημουνα μόνος μου στο σπίτι, αλλά δεν είχα σύνεργα για να την πιω. Πέρασε από το μυαλό μου να την κάνω "μυτιές" ή "καπνιστή". Ο πειρασμός ήταν φοβερός και το δίλημμα τρομακτικό. Πάνω στην απελπισία μου έσπασα το ανθοδοχείο που βρισκόταν στο τραπέζι του σαλονιού. Οι παλάμες μου ίδρωσαν και τα χέρια μου έτρεμαν. Έσφιξα το σκονάκι δυνατά με το αριστερό μου χέρι και κατευθύνθηκα προς το τηλέφωνο.
Με μεγάλη ταραχή και αμηχανία του τηλεφώνησα, αλλά δεν μπόρεσα να του πω σχεδόν τίποτα συγκεκριμένο.
Από τη συνομιλία μας κατάλαβε ότι ήμουνα πολύ ταραγμένος και μου ζήτησε να πάω από το γραφείο του. Πήγα και του είπα όλη την αλήθεια. Του έδειξα το σκονάκι και εκεί έγινε κάτι που δεν μπόρεσα να φανταστώ ποτέ μου. Μου ζήτησε να το πετάξω μόνος μου στην τουαλέτα. Με κάρφωσε στα μάτια και μου είπε τρεις λέξεις μόνο:
"Θα περιμένω πολύ;"
Ορκίζομαι πως το πέταξα με κρύα καρδιά, ενώ κατά βάθος λυπήθηκα για την τύχη της όταν είδα το νερό να την παρασέρνει.
Αυτός σχολίασε γελώντας και πολύ ειρωνικά το όλο θέαμα λέγοντάς μου:
"…Γουστάρω να την βλέπω να ταξιδεύει για τους βόθρους. Εκεί είναι η θέση της…"
Ποτέ δεν έμαθα ποιος έριξε αυτό το σκονάκι κάτω από την πόρτα μου, αλλά ούτε και ξαναβρήκα άλλη φορά. Στην αρχή υποψιάστηκα μήπως το έκανε ο "πέτσινος", αλλά μετά έμαθα ότι ήταν στη στενή προφυλακισμένος για αρπαγή τσάντας. Μετά υποψιάστηκα μήπως το έκανε ο ίδιος για να με δοκιμάσει.
Κάποια φορά το συζητήσαμε, αλλά απέφυγε να συνεχίσει την κουβέντα για το θέμα αυτό. Πολύ αργότερα έμαθα εμπιστευτικά από έναν κολλητό φίλο και συνάδελφό του ότι, ο ίδιος έριξε το σκονάκι.
Και το κυριότερο; Δεν ήταν πρέζα. Ήταν μια αθώα σκόνη.
Είχα ήδη ξοδέψει ένδεκα ολόκληρα χρόνια από τη ζωή μου, τα οποία ήταν καθοριστικά για τη μέχρι τώρα πορεία μου στην κοινωνία.
Μετάνιωσα και ντρέπομαι μέχρι σήμερα γι’ αυτή τη σπατάλη των πιο δημιουργικών χρόνων της ζωής μου.
Ποτέ δεν μπόρεσα να συνειδητοποιήσω, ότι εγώ ήμουνα πρωταγωνιστής μιας τέτοιας ιστορίας. Μιας ιστορίας που χρόνο με το χρόνο με έκανε να χάνω κάθε αίσθηση για ζωή. Μιας ιστορίας που μόνο απελπισία και φθορά είχε να μου προσφέρει.
Ποτέ δεν θα συγχωρήσω τον εαυτό μου για το ότι δεν μπόρεσα να παρευρεθώ στην κηδεία του πατέρα μου, αλλά ούτε και μετέπειτα στην κηδεία του φίλου μου.
Και στις δύο περιπτώσεις ήμουνα φυτό και δεν μπορούσα να μετακινηθώ.
Ο πατέρας μου είχε ήδη πεθάνει πριν από δύο χρόνια. Τον λύγισε ο καημός του για μένα. Ήταν ευαίσθητος άνθρωπος και δεν άντεξε. Αρρώστησε ξαφνικά, και μέρα με την ημέρα χανότανε. Εγώ ήμουνα στο δικό μου κόσμο και δεν μπόρεσα να του συμπαρασταθώ καθόλου, στις τελευταίες έστω, αλλά και πολύ δύσκολες στιγμές της ζωής του. Ήταν τόσο καλός. Μου φέρθηκε τόσο σωστά κι εγώ του έδωσα τη χαριστική βολή. Πέθανε με την ειρωνεία της τύχης και την αδικία της ζωής ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του. Ήμουνα βλέπετε η αδυναμία του.
Του άξιζε καλύτερο…παιδί.
Η μάνα μου έκλαιγε συνεχώς για το χαμό του πατέρα μου, αλλά είμαι βέβαιος ότι έκλαιγε και για το δικό μου αργό θάνατο, πράγμα που το έβλεπα σε καθημερινή βάση.
Ποτέ δεν θα φύγει από το μυαλό μου εκείνο το ρολόϊ της, που το αντάλλαξα για δυο "γραμμές".
Από τότε δεν ξαναφόρεσε ρολόϊ, γιατί δεν τις περίσσευαν λεφτά για τέτοιες πολυτέλειες.
Πόνεσα και έκλαψα πολύ.
Πολλές φορές φοβήθηκα ότι θα λυγίσω, γιατί ο σωματικός πόνος ήταν πολύ ισχυρός και τα στερητικά μου έντονα.
Με μεγάλη αγάπη, αλλά και απόγνωση απευθύνομαι στα παιδιά που έμπλεξαν, και ρίχνουν μέσα τους το βρώμικο αυτό δηλητήριο για να τους πω ότι, ο κόσμος της πρέζας είναι ότι χειρότερο εμφανίσθηκε ποτέ στη ζωή μας. Δεν θα μπορέσετε να την κόψετε αν δεν κλάψετε και δεν πονέσετε. Μόνο σας παρακαλώ προσπαθήστε. Η ζωή είναι γεμάτη χαρές μακριά της, και αξίζει τον κόπο να τις απολαύσετε όλες.
Αν μπορούσα έστω και για μια στιγμή να σας δείξω τον παλιό μου εαυτό για να με συγκρίνετε με το σήμερα. Τώρα μπορώ να τρώω, να κοιμάμαι, να περπατάω. Μπορώ να κλαίω αλλά και να γελάω. Εκείνο το απροσδιόριστο μίσος για τους πάντες και κυρίως για τους δικούς μου ανθρώπους, εκείνος ο θυμός, η λύπη και η μελαγχολία που με τύλιγαν, δεν υπάρχουν πλέον. Περνούν μόνο από το μυαλό μου σαν μια πολύ μακρινή σκέψη, αλλά και θλιβερή ανάμνηση.
Αυτό το κεφάλαιο της ζωής μου θέλω να το διαγράψω τελείως και να μη εμφανίζεται πλέον ούτε σαν σκέψη στο μυαλό μου.
Η ζωή δεν είναι αυτή που στάζει τυραννικά από την άκρη μιας βρώμικης βελόνας.
Εσείς που ζείτε μέσα σ' αυτή τη μαρτυρική πραγματικότητα, πιστέψτε με ότι η πρέζα είναι ένας πολύ δύσκολος εχθρός, αλλά όχι και ανίκητος. Οπλιστείτε με δύναμη και πάρτε τη μεγάλη απόφαση της ζωής σας.
Πρέπει να ζήσετε.!
Αν κάποια στιγμή έμπαινα ξανά στο λούκι, είχα αποφασίσει να αυτοκτονήσω. Είχα μάλιστα διαλέξει και τον τρόπο που θα το έκανα. Δεν ήθελα να ενοχοποιηθεί κανένας. Θα τελείωνα μόνος, παρέα με την μοναξιά μου και την κατάρα της παραμύθας να με συνοδεύει ακόμα και στο θάνατό μου, αφήνοντας στη μάνα μου και τον αδελφό μου την κληρονομιά της ντροπής και της πίκρας. Μόνο αυτά ήμουν ικανός να τους αφήσω.
Η μοναδική επιθυμία μου θα ήταν να βρεθώ και πάλι στο πλάι του Σωτήρη για να του πω ότι υπήρξαμε …ηλίθιοι. Ποτέ δεν ήθελα να ξαναπεράσω τα όσα πέρασα.
Τα κατάφερα.!!!
Ο Σωτήρης όμως δεν πρόλαβε. Ίσως να ήταν λιγότερο τυχερός. Μέχρι να πεθάνω, θα ζω με την ανάμνησή του.Ήταν τόσο νέος και δεν του άξιζε τέτοια τύχη.

"13.1.1991 – ΕΤΩΝ 25".

Αυτά θα μείνουν για πάντα χαραγμένα στο μυαλό μου. Ήταν γραμμένα πάνω στην πλάκα του Σωτήρη. Η φωτογραφία του θα βρίσκεται για πάντα τοποθετημένη στο εικονοστάσι του σπιτιού μου. Καταραμένη…παραμύθα…"]
_________________________________________

*
Από τότε πέρασαν δέκα επτά (17) χρόνια. Ο Θανάσης πίστεψε στη ζωή, αγάπησε τον εαυτό του, παντρεύτηκε με την Ελένη Σ. και απέκτησαν δύο παιδιά. Σε ένδειξη λατρείας και αιώνιας αγάπης για το φίλο του, το πρώτο του παιδί το ονόμασε Σωτηρία… Η αναφορά στο πρόσωπό του έγινε με σύμφωνη γνώμη του. Μάλιστα ζήτησε να καταγραφεί η εξομολόγησή του με όσο πιο αποκαλυπτικό τρόπο γινόταν και να αναγραφούν τα πλήρη στοιχεία της ταυτότητάς του, κάτι βέβαια που δεν έγινε για ευνόητους λόγους. Το ρολόϊ της μάνας του αντικαταστάθηκε από τον ίδιο και της δόθηκε την ημέρα της γιορτής της, μέσα σε ατμόσφαιρα χαράς και οικογενειακής ηρεμίας. Στις 26 Ιουλίου. Σήμερα, παράλληλα με τη δουλειά του, προσφέρει αφιλοκερδώς τις υπηρεσίες του σε κάποια θεραπευτική κοινότητα της Αθήνας.
"...Στη μνήμη του Σωτήρη και των άλλων παιδιών που παλεύουν καθημερινά, θα κάνω τα πάντα…".
Έτσι μου είπε…!!!

Θανάσης Ν.

Τετάρτη 17 Ιουνίου 2009

Σχέδιο Μάρσαλ: "Λησμονημένη Ιστορική Αλήθεια".


5 Ιουνιου 1947 Διακηρυξι του Σχεδιου Μαρσαλ

Πριν από δυο περιπου χρονια, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης επεκρίθη, απο τους «ιστορικούς και εκπαιδευτικούς» των Μεσων Εξαπατησεως Μαζων (ΜΕΜ), διότι, κατα την εκδήλωσι - στην κατοικια του Πρεσβευτη των ΗΠΑ - για την συμπληρωσι 60 χρόνων απο την διακηρυξι του σχεδίου Μαρσαλ ( 5ην Ιουνίου 1947, στο Πανεπιστήμιο Χαρβαρντ) μεταξύ άλλων, σημείωσε ευθαρσώς και ειλικρινώς - μοναδική εξαίρεσι εξ όλων των Ελληνων πολιτευτών- ότι η Ευρώπη οφείλει την ελευθερία της στην Αμερικανική βοήθεια. Και επιπλέον, οτι η Ελλαδα οφείλει διπλά στις ΗΠΑ. Οχι μόνο για το τελος του πολέμου αλλα και για την τύχη που θα ειχε, αν είχε χαθεί ο "εμφύλιος".

"Θα είχαμε την τύχη της Αλβανίας και της Βουλγαρίας" ακριβολόγησεν τοτε ο Κος Μητσοτάκης. Δηλαδή ό,τι μάλλον θα επρεπε να έχει πράξει η ανωτάτη πολιτειακή ηγεσία, ο πρωθυπουργός μας, η προεδρος της Βουλης σε ειδική τελετή, όπως προθύμως συντρέχουν, σε παρόμοιες, τόσον επιλεκτικής, μονομερούς, «ιστορικής μνημης» που γινονται για μουσεία «δημοκρατικών αγωνιστών» ή για την Γυάρο.

Αυτά όμως είναι ψιλα γραμματα για τους νεοελληνες. Διότι στην νέο-ελληνικη Ελλαδα, η ιδεολογικη επικρατησι της αριστερας εξαχρειωθεισα από την ψοφοδεη δειλια της λεγομενης δεξιας και τον καραμανλικο λαικισμο, επετυχαν να αποκρυπτονται από τον Ελληνικο λαο ή να υποβαθμιζονται ιστορικα γεγονοτα που κυριολεκτικως αλλαξαν την μοιρα των Ελληνων.

Μεταξυ αυτων , το γεγονος οτι πέραν των 416 εκατ δολλαρίων που εδόθησαν απο την UNRRA μεχρι την 31ην Σεπτεμβρίου 1947, η Ελλάδα. βάσει του σχεδίου Μαρσαλ εισέπραξε άλλα 366 εκατ. δολλάρια, κατατασσομένη ουσιαστικώς μεταξυ των πρώτων πέντε αποδεκτών οικονομικής βοηθείας στο σύνολο των 17 συμμετεχόντων κρατών. Χάριν αυτού του πακτωλού της αμέριστης οικονομικής βοηθείας , αποτελεί πλέον αδιάψευστο ιστορικό τετελεσμενο γεγονός, ότι η Ελλαδα κέρδισε, πέραν της εισόδου της στην ΕΟΚ ως 12 μέλος, 45 χρόνια ελευθέρου δημοκρατικού βίου. Τόσα όσα χρειάστηκαν οι υπόδουλοι λαοι της Ανατολικης Ευρώπης για να αποτινάξουν την ερυθρά τυραννία με την αυτοκατάρρευσιν της σοβιετίας και των κομμουνιστικών δικατοριών στις ʽʼλαικες δημοκρατίεςʼʼ

Βεβαια, για να ειμαστε δικαιοι, οι δηλωσεις του Κου Μητσοτακη υπηρξαν φειδωλες εν σχεσει με άλλες. Διοτι εχουν καταγραφει δηλωσεις, που εγιναν την εποχη εκεινη και από αλλους πολιτικους, εγνωσμενης και αδιαμφισβητητης «δημοκρατικοτητος» προς αναγνωρισι της οφειλομένης ευγνωμοσύνης, για την πολυτιμη, -καταλυτικη για την επιβιωσι και ελευθεραν υπαρξιν της Ελλαδος- οικονομικη συνεισφορα των ΗΠΑ στην καταρημαγμενη Ελλαδα. Μιας Ελλαδας ερειπωμενης υπαιθρου. Χωρίς γεωργικη παραγωγή, χωρις δρομους, με γεφυρες ανατιναγμενες και κατεστραμμενα υδραγωγεία απο τους «δημοκρατικους» στασιαστας του ΚΚΕ/ΕΑΜ/ΕΛΑΣ.

Συγκεκριμενα στις 19 Ιουλιου 1948, επι την αποχωρησει του αρχηγού της Αμερικανικης αποστολης εν Ελλαδι, ο τότε αρχηγός της αντιπολιτευσεως απηυθηνε μεταξυ άλλων τους εξης θερμους λογους. Αξιζει να τους διαβαστε:

«..Η βοήθεια την οποίαν μας παρέχετε αποτελεί ανθρωπιστική εκδήλωσιν της ευγενούς χώρας σας, υπέρ του πάσχοντος λαού μας...Σεις και ημείς είμεθα συστρατιώται ενός μεγάλου αγώνος απο την έκβασιν του οποίου κρίνεται η τύχη του ανθρωπίνου πολιτισμού.. Χωρίς την ιδική σας βοήθειαν η οποία διεδέχθη την πατροπαράδοτον Βρετανικήν συμπαράστασιν , Ελευθέρα και ανεξάρτητος Ελλας , σημερον δεν θα υπηρχεν ..Αυτή είναι η ιστορική σημασία της αποστολής σας.....Ο φιλότιμος Ελληνικός Λαός με βαθείαν συγκίνησιν ανταποδίδει την αγάπην σας και ουδέποτε θα λησμονήση τα μεγάλας υπηρεσίας αι οποιαι του παρεσχέθησαν εις μίαν κρισιμωτάτην ώραν της ιστορίας του. Προπίνω εις υγείαν των ηγετών της Μεγάλης χώρας του Προέδρου Τρούμαν και του Στρατηγού Μάρσαλ. Ζήτω η Αμερική , η σταυροφόρος της Ελευθερίας »

Αυτά δηλωνε με απολυτη ειλικρινεια, ο Γεώργιος Παπανδρέου, ως αρχηγος της Αντιπολιτευσεως (που συμπτωματικώς ή μαλλον συστηματικως εν Ελλαδι, ο απόγονος του σημερα ειναι και αυτος αρχηγός της αντιπολιτεύσεως) απευθυνομενος στον αποχωρουντα αρχηγό της Αμερικανικης αποστολής και τους συνεργατες του, την 19ην Ιουλιου 1948. (Πολιτικά Θέματα, Γεωργίου Παπανδρέου,Τόμος Γ, Εκδοτ.Οίκος Πετρου Δημητράκου, σελίς 82,83,84).

Ενώ περίπου ένα χρονο νωρίτερα στις 9 Αυγουστου 1947, ως υπουργος εσωτερικων ο ίδιος πολιτικός, ο Γεωργιος Παπανδρεου ( δηλαδή να επαναλάβομεν, ο παππους του σημερινου μας Γιωργακη, ο αποκαλούμενος από τις «προοδευτικές» δυνάμεις γέρος της Δημοκρατίας) συνεταξε και η κυβερνησις Εθνικης Συνεργασίας επεδωσε προς τον εν Αθηναις πρεσβευτην των ΗΠΑ την ακολουθο διακοινωσι.Αντιγραφω και πάλιν, απο τα ʽʼΠολιτικά θέματαʼʼ του Γεωργίου Παπανδρέου( Τόμος Β, Εκδοτ.Οίκος Πετρου Δημητράκου σελίς 255,256).

«.. H σκληρά πειρα του διαρεύσαντος ετους μας έχει οδηγήσει εις το συμπέρασμα, οτι η σημερινη δύναμις του Στρατου μας ειναι ανεπαρκης προς επιτευξιν οριστικου και συντομου αποτελεσματος . Χρειάζεται απαραιτήτως σημαντικη αύξησις των δυνάμεων...Χρειαζεται παραλληλως ενισχυσις της αεροπορίας μας...Και χρειαζεται επισης ικανος αριθμός όπλων δια τον επαρκή εξοπλισμο των χωρικών μας..»

Και συνεχιζε ο Γεωργιος Παπανδρεου τοτε.

«Η Ελληνική Κυβέρνησις πιστεύει ότι η κατάστασις, οπως βαίνει διαμορφουμένη, πρόκειται να καταστή κρίσιμος. Και δια τούτο θεωρεί καθήκον της να απευθυνθή προς την κυβέρνηση των Η.Π.Α δια να είπη με απόλυτον ειλικρίνειαν την αλήθειαν...Το Ελληνικό Εθνος αισθάνεται ευγνωμοσύνη προς την κυβέρνησιν και τον λαόν της Μεγάλης Αμερικανικής Συμπολιτείας δια την γενναίαν ηθικήν και υλικήν επικουρίαν, η οποια μας παρεχεται και εις την οποίαν στηρίζομεν τα ελπίδας δια την σωτηρίαν και την αναγέννησιν της πατρίδος μας....Απέναντι της συνεχιζομένης καταθλιπτικής πιέσεως του όγκου του Κομμουνιστικού Πανσλαυισμού και της συγκεκριμένης ηθικής πολιτικής βοηθείας παρεχομένης εις το ΚΚΕ, ανεπαρκής βοήθεια της Ελλάδος οδηγεί εις ασφαλώς εις κρισίμους κινδύνους. Μόνον η άμεσος και πλήρης βοήθεια εις την παροχήν του ενόπλου αγώνος οδηγεί εις την σωτηρίαν της Ελλάδος...Και διότι ακριβώς η Ελληνική Κυβέρνησις κατέχεται πλήρως απο την συνείδησιν της ιστορικής ευθύνης και απέναντι του Ελληνικού Εθνους και απέναντι των ΗΠΑ, εις την φιλικην συμπαράστασιν των οποίων βασίζει την σωτηρίαν της, θεωρεί ύψιστον καθήκον να ειδοποιήση εγκαίρως και να υποδείξη τα ααπαραίτητα μέτρα προς αποτελεσματικην αντιμετώπισιν της καταστάσεως. ... Το Ελληνικό έθνος , οπως πάντοτε εις την Ιστορίαν του, είναι σήμερον πρόθυμον να προσφέρη πάσαν θυσίαν δια να υπερασπίση τα γνώριμα κοινά ιδεώδη της Ελευθερίας και του Πολιτισμού.Αλλά δια να έχη απόδοσιν η θυσία του χρειάζεται άμεσον και πλήρη υλικήν βοήθειαν. Και δια την παροχήν αυτής απευθύνει θερμοτάτην έκκλησιν προς την κυβέρνησιν των ΗΠΑ με την βαθείαν πεποίθησιν ότι θα εύρη πλήρη κατανόησιν και ανταπόκρισιν.»

Τώρα γιατί σήμερα όλα αυτά αποσιωπώνται, και μόνον ελάχιστοι μη επιλήσμονες αποδίδουν την οφειλομένη αναγνώρισι στις ΗΠΑ, που διέθεσε 14 δις δολλάρια για την ανοικοδόμησι της ισοπεδωμένης Ευρώπης όταν την ίιδια περίοδο, ο κόκκινος στρατός εκατομμυρίων στρατιωτών, παρέτεινε την ανέξοδο «διαμονή» του «συνωστιζόντας» στις χώρες πίσω από το σιδηρούν παραπέτασμα, τους δυστυχείς λαούς της Ανατολικής Ευρώπης, είναι φαινόμενο που οι ψυχίατροι, των μελλοντικών γενεών θα προσπαθούν να εξηγήσουν.

Εμείς να υπενθυμίσουμε, την αντιφώνησι κατά την απονομή του βραβείου Νόμπελ ειρήνης το 1953, με το οποίο ετιμήθη για την σωτηρία της Ευρώπης αλλά και της Ελλάδος,, o στρατηγός George C. Marsall. «Με βαθεία ευγνωμοσύνη αποδέχομαι αυτή την τιμή. Οχι μόνον εκ μέρους μου. Αλλά ιδιαιτέρως εν ονόματι του Αμερικανικού λαού, που μου παρέσχε την δικαιοδοσία αλλα και κατεστησε δυνατή την επιχορήγησι, ωστε το πρόγραμμα ανακαμψεως της Ευρώπης να γίνη πραγματικότης.»


Ιασων

Τετάρτη 10 Ιουνίου 2009

Οικονομικός αντίκτυπος μέτρων περιορισμού του καπνίσματος


Τελευταίος μήνας πριν την εφαρμογή των περιορισμών στο κάπνισμα και οι μεγαλύτερες αντιδράσεις προέρχονται από όσους έχουν κέντρα διασκέδασης, bar και εστιατόρια. Υπάρχει μια βεβαιότητα ότι τα μαγαζιά τους θα πέσουν λόγο του μέτρου η ακόμα και θα κλείσουν. Σας στέλνω ένα άρθρο που αναφέρεται στα αποτελέσματα των αντικαπνιστικών μέτρων σε άλλες χώρες.

Νίκος Γίστος

Όσο πλησιάζουμε στην ημερομηνία εφαρμογής του νομοσχεδίου του υπουργείου Υγείας για την απαγόρευση του καπνίσματος σε όλους τους κλειστούς δημόσιους χώρους, που κοινοποιήθηκε με εγκύκλιο σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες, πληθαίνουν οι συζητήσεις μεταξύ των ιδιοκτητών επιχειρήσεων εστίασης και διασκέδασης, αναφορικά με την επίπτωση που θα έχει το μέτρο στην κερδοφορία τους.

Από την πλευρά του, το υπουργείο Υγείας ζητά τη συναίνεση της κοινωνίας για την εφαρμογή των νομοθετικών μέτρων που προβλέπουν την απαγόρευση του καπνίσματος σε όλους τους κλειστούς δημόσιους χώρους από την 1η Ιουλίου 2009.

Στο πλαίσιο ειδικής εκδήλωσης με τίτλο «Εθνική Συμμαχία κατά του Καπνίσματος» παρουσιάστηκαν οι δράσεις και οι ενέργειες της νέας αντικαπνιστικής εκστρατείας. Πρόκειται για μια δέσμευση ζωής στο όνομα των 20.000 ανθρώπων που χάνονται κάθε χρόνο στην Ελλάδα από το κάπνισμα.

Οι 10 δεσμεύσεις για το κάπνισμα - Εθνική Συμμαχία Κατά του Καπνίσματος

1. Δέσμευση να πάρουμε τη ζωή στα χέρια μας

2. Να αφήσουμε πίσω μας μια εποχή

3. Να συμμετέχουμε στη προσπάθεια

4. Να αναδείξουμε την αλήθεια

5. Να προστατέψουμε το δικαίωμα των συμπολιτών

6. Να παλέψουμε για ένα βασικό εργασιακό δικαίωμα

7. Να σεβαστούμε την επιλογή

8. Να συμβάλλουμε στην ανάδειξη της πραγματικής οικονομίας του καπνού

9. Να αποτινάξουμε την εικόνα ότι αδιαφορούμε για την υγεία των συμπολιτών μας

10. Να εγγυηθούμε ότι ως γονείς και υπεύθυνοι πολίτες θα κάνουμε ό,τι καλύτερο

Δ. Αβραμόπουλος: «Eίναι ηθική υποχρέωση όλων να προστατέψουμε τα παιδιά μας»

Με αφορμή την παρουσίαση της εκστρατείας ο υπουργός Υγείας, κ. Δημήτρης Αβραμόπουλος ανέφερε ότι «Με την κατάρτιση Εθνικού Σχεδίου Δράσης κατά του Καπνίσματος για πρώτη φορά στη χώρα μας αποκτήσαμε στοχευμένη και στρατηγικά σχεδιασμένη πολιτική για την προώθηση και διασφάλιση της Δημόσιας Υγείας».

Όπως χαρακτηριστικά συμπλήρωσε η παροχή εκτεταμένης και υπεύθυνης πληροφόρησης του πληθυσμού, στοχεύει στην αλλαγή στάσεων και συμπεριφορών της κοινωνίας, ενώ συμπληρώνει ότι είναι ηθική υποχρέωση όλων να προστατέψουμε τα παιδιά που είναι το μέλλον της χώρας από τη θανατηφόρα αυτή συνήθεια.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν, από την εμπειρία άλλων χωρών που έχουν ήδη εφαρμόσει την απαγόρευση δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας για την κερδοφορία των χώρων εστίασης. Αντιθέτως, η ανάλυση 100 διαφορετικών μελετών, που έγιναν βάσει αντικειμενικών και αξιόπιστων στοιχείων και συγκρίθηκαν επί σειρά ετών σε χώρες όπως ο Καναδάς, η Αγγλία, οι ΗΠΑ, η Νέα Ζηλανδία, η Νότια Αφρική, η Ισπανία και το Χονγκ Κόνγκ, δε διαπίστωσε κάποιον οικονομικό αντίκτυπο από την εισαγωγή των μέτρων περιορισμού του καπνίσματος σε εστιατόρια και μπαρ.

Ιταλία - 90% υπέρ του μέτρου 3 μήνες μετά την εφαρμογή του

Σύμφωνα με έρευνα της κοινής γνώμης που πραγματοποιήθηκε στη γειτονική Ιταλία, την τέταρτη Ευρωπαϊκή χώρα που εφάρμοσε την απαγόρευση καπνίσματος στους εσωτερικούς χώρους τον Ιανουάριο του 2005, το 9,6% των Ιταλών ερωτηθέντων δήλωσε πως επισκέπτεται συχνότερα τα εστιατόρια και τις καφετέριες μετά την απαγόρευση σε αντίθεση με το 7,4% που απάντησε πως τα επισκέπτεται λιγότερο.

Επίσης, προέκυψε πως μετά την εφαρμογή, η υποστήριξη του μέτρου της απαγόρευσης από τους πολίτες αυξήθηκε, με το 90% να απάντα πως βλέπει θετικα το μέτρο μόλις 3 μήνες από την εισαγωγή του. Με άλλα λόγια, πολλοί απο αυτούς που πριν κατέκριναν την απαγόρευση για διάφορους λόγους, άλλαξαν γνώμη μόλις ξεκίνησε να εφαρμόζεται το μέτρο και άρχισαν να ζουν, να εργάζονται και να διασκεδάζουν σε περιβάλλον χωρίς καπνό.

ΗΠΑ - Η απαγόρευση του καπνίσματος βοηθά τις επιχειρήσεις

Έρευνα του Αμερικανικού Τμήματος Υγείας και Ψυχικής Υγιεινής το 2004, ανέφερε ότι από την ημέρα απαγόρευσης του καπνίσματος τα εστιατόρια και μπαρ της Νέας Υόρκης ευημερούν, εμφανίζοντας αυξήσεις σε προσωπικό αλλά και περισσότερες νέες άδειες λειτουργίας. Επιπλέον, τη θετική επίπτωση των μέτρων αναγνώρισαν και μέλη του κλάδου των εστιατόρων της Νέα Υόρκης: «Πιστεύω ακράδαντα ότι τα μέτρα για την εξάλειψη του καπνίσματος είναι υπέρ της υγείας και υπέρ των επιχειρήσεων, συμπεριλαμβανομένων των εστιατορίων. Η νομοθεσία για καθαρό εργασιακό περιβάλλον δε βλάπτει τις επιχειρήσεις. Η απαγόρευση καπνίσματος στην Καλιφόρνια, στη Γιούτα, στο Βερμόντ, στο Μέρυλαντ και στο Μέιν, καθώς και σε εκατοντάδες πόλεις σε όλη την χώρα, αποδεικνύει ότι η νομοθεσία για το κάπνισμα βοηθά τις επιχειρήσεις, συμπεριλαμβανομένων των εστιατορίων και αυτό δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη. Ακόμα και οι καπνιστές προτιμούν να αναπνέουν καθαρό αέρα.» Michael O' Neal - πρώην πρόεδρος της ένωσης εστιατόρων της Νέας Υόρκης.

Αυστραλία - Η απαγόρευση δεν επηρέασε αρνητικά την πελατεία των καταστημάτων

Σύμφωνα με την Αυστραλιανή Στατιστική Υπηρεσία, οι πωλήσεις των εστιατορίων μετά την εισαγωγή της απαγόρευσης του καπνίσματος στη Νότια Αυστραλία δεν εμφάνισαν μείωση σε σχέση με τις υπόλοιπες περιοχές της χώρας που δεν είχαν υιοθετήσει ακόμα το μέτρο. Αντίστοιχα ευρήματα προέκυψαν και από τις έρευνες σε εστιάτορες οι οποίοι στη συντριπτική πλειοψηφία τους απάντησαν πως η απαγόρευση δεν επηρέασε αρνητικά την πελατεία τους, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις διαπίστωσαν και άυξηση.

Η ενδεχόμενη μείωση των εσόδων των επιχειρήσεων, δε σχετίζεται πάντα με την απαγόρευση του καπνίσματος σε αυτά, αλλά και με τις γενικότερες τάσεις της αγοράς, τις οικονομικοκοινωνικές συνθήκες και τις αλλαγές στις καταναλωτικές συνήθειες. Ακόμα όμως και σε περιπτώσεις πτώσης των μεγεθών του κλάδου εστίασης και διασκέδασης, η μεταβολή αυτή των εσόδων θα πρέπει να εκτιμάται σε μακροχρόνιο επίπεδο, συνυπολογίζοντας και άλλους παράγοντες που επηρεάζουν τις πωλήσεις ποτού ή φαγητού.

Νορβηγία - Μείωση των επιχειρήσεων που χρεοκόπησαν μετά την απαγόρευση

Για παράδειγμα στη Νορβηγία, αν και το έτος της απαγόρευσης (2004) ο αριθμός των μπαρ και εστιατορίων που χρεοκόπησαν ανήλθε στις 372 επιχειρήσεις - ωστόσο ήταν μειωμένος σε σχέση με το προηγούμενο έτος (το 2003 είχαν χρεοκοπήσει 386 επιχειρήσεις του τομέα). Επίσης, σχετική αναφορά της στατιστικής υπηρεσίας της Ιρλανδίας έδειξε πως η πτώση στις πωλήσεις των μπαρ το Νοέμβριο του 2004 (7 μήνες μετά την εισαγωγή της απαγόρευσης) ήταν της τάξεως του 2,8%, πολύ μικρότερη από την πτώση στις πωλήσεις το αμέσως προηγούμενο έτος που είχε φτάσει το το 7,1%.

Σχεδόν 200 εκατ. ? η ετήσια ζημιά των επιχειρήσεων λόγω καπνίσματος σε μια πόλη σαν την Αθήνα

Μέχρι σήμερα, οι επιχειρήσεις εστίασης και διασκέδασης, αλλά και γενικότερα οι εργασιακοί χώροι, έχουν ενσωματώσει στο κόστος λειτουργίας τους μία σειρά οικονομικών επιπτώσεων από το κάπνισμα. Έκθεση σχετικά με τις τοπικές οικονομικές επιπτώσεις του καπνίσματος στο Μάντσεστερ της Μεγάλης Βρετανίας το 2005, υπολόγιζε ότι η συνήθεια του τσιγάρου κόστιζε 1,5 εκατ. ημέρες εργασίας ανά έτος στο εργατικό δυναμικό της πόλης. Η απουσία απο την εργασία λόγω προβλημάτων υγείας που σχετίζονταν με το κάπνισμα, κόστισε στις τοπικές επιχειρήσεις της πόλης ?120 εκατ. (£105 εκατ.)

Όπως έχουν αποδείξει επιστημονικές έρευνες παγκοσμίως , ένα καθαρό απο καπνό και υγιεινό εργασιακό περιβάλλον, οδηγεί σε μείωση των απουσίων απο τη δουλειά ενώ αποφέυγεται σε μεγάλο βαθμό και η πρόωρη συνταξιοδότηση των εργαζομένων λόγων παθήσεων που σχετίζονται με το κάπνισμα. Γϊνεται επομένως κατανοητό πως η απαγόρευση του καπνίσματος στους εργασιακούς χώρους, αποφέρει άμεσα και έμμεσα οφέλη στις επιχειρήσεις, τα οποία συνδέονται με τη μακροχρόνια βιωσιμότητά τους.

Παράληλλα, διάφορες άλλες αρνητικές παράμετροι του καπνίσματος που σχετίζονται με την επιχειρηματική δραστηριότητα εκτιμάται ότι θα περιοριστούν σε μεγάλο βαθμό μετά την εφαρμογή της απαγόρευσης.

Οφέλη της απαγόρευσης του κανίσματος σε επιχειρήσεις

Πέραν λοιπόν από τη βελτίωση της υγείας των εργαζομένων, κάποια από τα οφέλη που προκύπτουν για τους επιχειρηματίες περιλαμβάνουν:

* Μείωση κόστους συντήρησης: Το κόστος συντήρησης των επιχειρήσεων εκτιμάται ότι θα ελλατωθεί όσον αφορά στις φθορές από τσιγάρα σε έπιπλα και εγκαταστάσεις αλλά και τη γενικότερη αλλοίωση τόσο των επίπλων όσο και του περιβάλλοντος χώρου από τον καπνό.

* Υψηλότερη αξία μεταπώλησης: Αμερικανική έρευνα το 2004 έδειξε πως τα εστιατόρια που βρίσκονταν σε πόλεις που απαγορεύουν το κάπνισμα έχουν κατά μέσο όρο 16% υψηλότερη αξία μεταπώλησης από αυτά που βρίσκονται σε πόλεις που το επιτρέπουν.

* Ασφαλέστεροι χώροι - Μειωμένα ασφαλιστικά κόστη: Η απαγόρευση του καπνίσματος σε κέντρα εστίασης και διασκέδασης θα μειώσει τον κίνδυνο ζημιών από φωτιές κάνοντας τους χώρους ασφαλέστερους αλλά και μειώνοντας τα κόστη ασφάλισης των εγκαταστάσεων.

http://www.e-liberta.gr/v2/site/content.php?artid=23300

Τετάρτη 3 Ιουνίου 2009

Για την πολιτική απάθεια


Γράφει ο Βασίλης Χασιώτης

Βρισκόμαστε υπό το κράτος της πολιτικής βυθιότητας. Οι πολίτες αρνούνται να συμμετάσχουν σ’ αυτό που αποκαλείται «πολιτική ζωή» -θα πούμε παρακάτω, ότι ταυτόχρονα και τους το εμποδίζουν. Προτιμούν να την βρίζουν ή να την διακωμωδούν, όσο σ’ αυτή κυριαρχούν δυνάμεις που δεν αξίζουν και κάτι το καλύτερο από πλευράς «λαϊκής υποδοχής». Η πολιτική απάθεια, δεν είναι συγκαιρινό φαινόμενο. Και οι πρόγονοί μας το βίωναν που και που. Είχε πει ο Περικλής στο επιτάφιο : «…μόνοι γαρ τον τε μηδέν τώνδε μετέχοντα ουκ απράγμονα, αλλ’ αχρείον νομίζομεν…» (Θουκυδίδης Β, 40), και σίγουρα είχε το λόγο του που το υπογράμμιζε. Παρόλα αυτά, η σημερινή πολιτική απάθεια, δεν είναι, όπως αντίθετα υποστηρίζεται, μια «αρνητική» κατάσταση, περίπου μια «πολιτική αρρώστια». Είναι περισσότερο η άρνηση να συμμετάσχει στα σοβαρά ο πολίτης σε μια πολιτική δραστηριότητα που τη θεωρεί παρηκμασμένη, άρρωστη. Είναι μια προσπάθεια να κρατήσει αποστάσεις από ένα νοσηρό φαινόμενο. Θα ήθελε μια ενεργό συμμετοχή, μα κάτω από άλλους όρους και κύρια, στα πλαίσια μας άλλης πολιτικής δράσης. Ποια είναι αυτή η «άλλη» πολιτική; Τη περιγράφει γενικά και με όρους «αποκλεισμού». Περιγράφει μάλλον τι δεν θέλει. Κι αυτό που περιγράφει είναι το παλιό, το άρρωστο. Μα περιγράφοντας το παλιό, δε σημαίνει ότι περιγράφεις και το νέο. Κι εδώ βρίσκεται ο μέγας κόμπος. Έχοντας φτάσει στο σημείο όπου απορρίψαμε όλους τους «ισμούς» του παρελθόντος, δίκαια ή άδικα, μερικά ή συνολικά (χωρίς εν τούτοις να αξίζουν και μια τέτοια «συνολική απόρριψη»), φτάσαμε στο σημείο όπου κάτι το νέο έπρεπε να πάρει τη θέση τους. Κι αυτό το νέο, ούτε το ξέραμε, ούτε το ξέρουμε, και ούτε ποτέ θα το προσδιορίσουμε, αν μια νέα ιδεολογία δεν συγκροτηθεί, αναδυθεί και πάρει τη θέση των παλιών, καταλάβει το κενό χώρο που άφησαν οι παλιές, και που τώρα έχει καταληφθεί απ’ ό,τι καλείται πολιτική απάθεια, «απολιτίκ» πολίτες, πολιτικός αμοραλισμός, χλεύη, ύβρης, κοροϊδία. Αυτά όμως, δεν αρκούν για να περιγράψουν, πόσο μάλλον να δομήσουν μια νέα πολιτική. Οι παλιές ιδεολογίες, οι παλιές πολιτικές, δηλαδή οι «ιστορικές» εκδόσεις της Δεξιάς και Αριστεράς, του Κέντρου και όλων των δυνατών συνδυασμών μεταξύ των τριών αυτών πολιτικών τόπων, οι «ιστορικές» εκδοχές του σοσιαλισμού, του καπιταλισμού, του κομμουνισμού, όλες αυτές οι εκδοχές του πολιτικού, κοινωνικού και οικονομικού γίγνεσθαι που αποτελούσαν και τα μέσα στην άσκηση της καθημερινής πολιτικής, σαν τον βασιλιά Βαλτάσαρ, το γιο του Ναβουγοδονόσορα, για τον οποίο γράφτηκε στο τοίχο εκείνη η γραφή , όταν ήρθε η στιγμή του κι αυτουνού να πέσει απ’ την εξουσία : ΜΑΝΗ, ΘΕΚΕΛ, ΦΑΡΕΣ (που πάει να πει ότι «εμέτρησεν ο Θεός την βασιλείαν σου και ετελείωσεν αυτήν, εζυγίσθης εν τη πλάστιγγι, και ευρέθης ελλιπής, διερέθη η βασιλεία σου εις τους Μήδους και Πέρσας» (Δανιήλ, ε΄, 26-27), όπερ και εγένετο. ΜΑΝΗ, ΘΕΚΕΛ, ΦΑΡΕΣ, είναι το σύνθημα που ξαναγράφεται στις μέρες μας, σύνθημα που προσκαλεί το νέο να πάρει μορφή και σάρκα και να καταλάβει τη θέση του παλιού. Μα πιο παλιό καθεστώς, ποιος παλιός ηγεμών παραδίνει μονάχος του το στέμμα, και περισσότερο σ’ ένα εντελώς άγνωστο νέο άνθρωπο, που του λέει « είμαι ο νέος ηγεμών», και που απαντά στον παλιό ηγεμόνα σαν απορεί πώς είναι δυνατό ένας εντελώς νέος άνθρωπος, από μια εντελώς ξένη φάρα, έρχεται να αρνηθεί τη «νόμιμη διαδοχή» και να διεκδικήσει ένα «ξένο στέμμα». «Όπως το στέμμα κι εσύ από κάποιον άλλον ξένο το πήρες, έτσι και τώρα, σε ξένο θα το δώσεις, κι η βασιλεία του οίκου σου ήταν μέχρι εδώ». Κάπως έτσι έχουν τα πράγματα σήμερα.

Βέβαια, τούτη η «συνειδητή» τιμωρητική αποχή είναι η μια όψη. Διότι υπάρχει και η άλλη όψη. Ότι δηλαδή η απάθεια και η αποχή, δεν αποτελούν συνειδητές πολιτικές συμπεριφορές και στάσεις, αντίθετα αποτελούν προϊόν μεθοδευμένης πολιτικής στόχευσης από τις «παλιές» πολιτικές δυνάμεις, που όντας ανίκανες να αναρρώσουν απ’ τη χρόνια πια αρρώστα τους, βλέπουν τη διαδικασία της αποπολιτικοποίησης σε ένα μέσο για τη δική τους επιβίωση. Σ’ αυτή τη περίπτωση, τη σύγχρονη δημοκρατία μας, όπου ο λαός μετέχει ουσιαστικά των εξελίξεων κάθε τέσσερα χρόνια, όπου η πολιτική έγινε κι αυτή επάγγελμα, δικαιούμαστε να την ονομάσουμε, μιλώντας σε όρους «κλασικού δημοκρατικού ιδεώδους», ότι είναι μια Δημοκρατία Ατίμων (κατά τη Θουκυδίδια έκφραση στον Επιτάφιο παραπάνω)… Τούτο τον προγραμματισμένο παροπλισμό των πολλών από τα πολιτικά πράγματα, τούτη την καλλιεργημένη απάθεια, φυσικά, τη προωθούν πολύ συνειδητά όσοι έχουν κάθε συμφέρον η γνήσια Δημοκρατία να μεταλβηθεί σε μια Δημοκρατία των Ατίμων –πάντα κατά την έννοια του Επιταφίου του Περικλέους. Θάλεγε κανείς ότι σήμερα αυτοκρατορεύει τούτη η Δημοκρατία. Ο σύγχρονος άνθρωπος αν και θεωρεί «φυσιολογικό» αυτό μέσα στο οποίο γεννήθηκε και το οποίο διδάχτηκε, εν τούτοις, αυτό το άρρωστο «φυσιολογικό» κάποια στιγμή θα το αμφισβητηθεί, αφού είναι στη φύση των πιο πολλών ανθρώπων η παρακμή να μην είναι τελικά και νομοτελειακά αποδεκτή. Ας θυμηθούμε τον Μάξιμο τον Γραικό, όταν έλεγε στον τσάρο Βασίλειο τον Γ΄ : «…Τίποτα δεν υπάρχει, Άρχοντα Βασίλειε, για τον άνθρωπο πιο τυραννικό από τη μεγάλη ιδέα που έχει πεθάνει, αλλά οι άνθρωποι δεν θέλουν να τη θάψουν, την κρατάνε με τα ψέματα στη ζωή, την ντένουν με πλούσια φορέματα να μη φαίνεται η γύμνια της, τη λιβανίζουν με μοσχολίβανα να μη νιώθεται η αποφορά της. Αλλά εκείνη είναι νεκρή, το ψέμα δεν τη σώνει….» (Μήτσος Αλεξανδρόπουλος : Σκηνές από το βίο του Μάξιμου Γραικού, εκδ. ΤΟ ΒΗΜΑ, Αθήνα, 2008, σελ. 119-120)

Η «άλλη» αυτή εκδοχή, η εκδοχή της περιεσκεμμένης πολιτικής περιθωριοποίησης του λαού, η «μαζοποίησή» του, είναι κάτι που βεβαίως δεν είναι καινούργιο. Θα μπορούσαμε να πάμε όσο πίσω θέλουμε, μα αρκεί για τις ανάγκες του παρόντος άρθρου, να περιοριστούμε σε πιο κοντινές χρονικά περιόδους. Έτσι, ο Mark Mazower, εστιάζοντας στις μετά μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο περιόδους, σημειώνει : «Οι Γερμανοί σχολιαστές είχαν ιδιαίτερη επίγνωση των κινδύνων που ελλόχευαν σε μια κοινωνία η οποία είχε περάσει από το ένα άκρο –του πολιτικού φανατισμού και της βίας- στην παθητικότητα και στην απάθεια. Μια κοινωνία που σπαρασσόταν κάποτε από τους ταξικούς αγώνες, έμοιαζε τώρα να έχει αποκοιμηθεί. Ο Καρλ Μπράχερ εφιστούσε την προσοχή στην «επίφοβη εικόνα μιας γυμνής τεχνοκρατίας», που οδηγούσε σε μια «αυταρχική ανασύνθεση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας». Χωρίς ενεργούς πολίτες, η Ευρώπη θα εκφυλιζόταν σε μια «αυτάρεσκη ειδημονοκρατία», που θα εναπόθετε όλη της την πίστη σε διαχειριστικές ελίτ. Ο Γιούργκεν Χάμπερμας τόνιζε ότι η τεχνική και η επιστήμη είχαν γίνει οι ίδιες ένα είδος ιδεολογίας, «η οποία εισχωρεί στη συνείδηση της αποπολιτικοποιημένης μάζας του πληθυσμού». (Mark Mazower : Σκοτεινή Ήπειρος, Ο Ευρωπαϊκός Εικοστός Αιώνας, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2001, σελ. 295) Κι ακόμα παραπέρα, «Εκεί όπου ο ύστερος εικοστός αιώνας όντως διέφερε από τις προγενέστερες περιόδους ήταν στο γεγονός ότι η πολιτική δεν θεωρούνταν πια ο πρωτεύων στίβος της προσωπικής εκπλήρωσης ή δράσης. Η απάθεια των ψηφοφόρων και η αποχή τους αυξήθηκαν ενώ οι εγγεγραμμένοι στα κόμματα μειώθηκαν. Οι τάξεις αυτών που οι Ισπανοί αποκαλούσαν pasotas [περαστικοί, αδιάφοροι] πλήθυναν. Στο Βέλγιο, την Ιταλία, τη Γαλλία και τη Βρετανία τα σκάνδαλα της διαφθοράς κλόνισαν την εμπιστοσύνη του κοινού αλλά δεν προκάλεσαν τίποτα που να μοιάζει με «κρίση της δημοκρατίας» κατά τα μεσοπολεμικά πρότυπα, διότι η τότε κρίση ήταν κι εκείνη προϊόν μιας εποχής όπου ο κόσμος πίστευε ακόμα στον ιδεολογικό και λυτρωτικό χαρακτήρα της πολιτικής και προσέβλεπε σε κολεκτιβιστικές λύσεις…» (Mark Mazower : Σκοτεινή Ήπειρος, Ο Ευρωπαϊκός Εικοστός Αιώνας, εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα, 2001, σελ. 340)

Όμως, αυτή η ατόνηση των δημοκρατικών αντανακλαστικών ατόμων και κοινωνιών, συνιστούν και τη μεγαλύτερη όσο και πιο επικίνδυνη κρίση της δημοκρατίας. Η δημοκρατία που έχασε τα αντανακλαστικά της, είναι ώριμη για να λεηλατηθεί. Όμως, όσοι βλέπουν με ανακούφιση την «απάθεια» όλων εκείνων που βρίσκονται κάτω από το βαρύ πέλμα ενός ανάλγητου συστήματος, κι εφησυχάζουν, δεν γνωρίζουν πως τούτη η απάθεια, κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες ισοδυναμεί με την απόλυτη ηρεμία που επικρατεί ακριβώς στο κέντρο (στο «μάτι») τους κυκλώνα. ο Ντοστογιέφσκι, μέσα απ’ τα λόγια των ηρώων του, λέει για το ζήτημα που εδώ μας απασχολεί : Ο Ιππόλυτος Κυρίλοβιτς, είναι ο εισαγγελέας του δικαστηρίου που δικάζει τον Μίτια Καραμάζοβ για το φόνο του πατέρα του, που ποτέ εν τούτοις δεν διέπραξε. Η αγόρευση του εισαγγελέα είναι καλόπιστη (τα στοιχεία είναι συντριπτικά εναντίον του κατηγορούμενου). Ο εισαγγελέας αγορεύοντας, αγγίζει και τις κοινωνικές παραμέτρους της όλης υπόθεσης, όπως της «κοινωνικής απάθειας» μπρος στην παραβατικότητα. Θα πει κάπου αναφερόμενος στο έγκλημα : «…σ΄ αυτό ακριβώς έγκειται η φρίκη, πως κάτι τέτοιες ζοφερές υποθέσεις έπαψαν να μας φαίνονται φριχτές. Να γιατί πρέπει να φρίττουμε : γιατί τα συνηθίσαμε όλα, κι όχι για τη μεμονωμένη κακουργία του ενός ή του άλλου ατόμου. Πού βρίσκονται λοιπόν οι αιτίες της αδιαφορίας μας, της χλιαρής μας στάσης σε τέτοιες υποθέσεις, σε τέτοια σημεία των καιρών που μας προλέγουν ένα μέλλον όχι ζηλευτό; Στον κυνισμό μας τάχα, στην πρόωρη εξάντληση του πνεύματος, και της φαντασίας μας της τόσο νεαρής μας ακόμα κοινωνίας μα τόσο πρόωρα όμως γερασμένης; Ή, στις κλονισμένες εκ βάθρων ηθικές μας αρχές; Δεν απαντώ σ’ αυτά τα ερωτήματα, όμως παρ’ όλα αυτά, τα ερωτήματα αυτά είναι βασανιστικά. Κι ο πολίτης όχι μονάχα πρέπει, μα και οφείλει να βασανίζεται απ’ αυτά… Τώρα ομώς εμείς ή φρίττουμε ή υποκρινόμαστε πως φρίττουμε, μα οι ίδιοι στην πραγματικότητα απολαμβάνουμε το θέαμα σαν εραστές δυνατών συγκινήσεων, εκκεντρικών, που αναμοχλεύουν την κυνικά οκνηρή μας απραξία ή τέλος σα μικρά παιδιά διώχνουμε με τα χέρια μας τα τρομερά οράματα και κρύβουμε το κεφάλι στο μαξιλάρι, ώσπου να περάσει το τρομερό όραμα, με το σκοπό να το ξεχάσουμε αμέσως στις χαρές και τα παιχνίδια. Μα θα πρέπει κάποτε και μείς ν’ αρχίσουμε μια ζωή νηφάλια και στοχαστική, θα πρέπει και μεις να κοιτάξουμε τον εαυτό μας σαν κοινωνία, θα πρέπει και μεις κάτι τέλος πάντων να νιώσουμε απ’ τα κοινωνικά μας πράγματα, ή τουλάχιστο ν’ αρχίσουμε να νιώθουμε…» (Φιοντόρ Ντοστογιέβσκη : Αδελφοί Καραμάζοβ, Τόμος 4, σελ. 250, 252-253, εκδ. Γκοβόστη, Αθήνα, 1990)

Τώρα, το ίδιο το ζήτημα της «τεχνοκρατίας» και της «ειδημονοκρατίας», τούτη η Καφκική ερμηνεία, είναι ένα ζήτημα που έχω θίξει σε παλιότερα άρθρα μου, που ήλπιζε ότι δεν θα υπήρχε λόγο ως θέματα να με ξαναπασχολήσουν. Επειδή όμως τώρα τα καλά μαντάτα αργούν, ίσως σε μια επόμενη επικοινωνία μου, επικαιροποιήσω κάποιες από κείνες τις σκέψεις μου…

Δευτέρα 1 Ιουνίου 2009

Ο Ξύλινος πολιτικός λόγος…



Γράφει ο Βασίλης Χασιώτης

Πώς να εκφραστεί η καρδιά; / Πώς να σε καταλάβει ένας άλλος;/ Θα καταλάβει γιατί ζεις; / Μια σκέψη που ειπώθηκε είναι ψέμα. / ταράζοντας τις πηγές θα τις θολώσεις / γι’ αυτό πες και μείνε σιωπηλός.

(Φιόντρ Ιβάνοβιτς Τιούτσεφ – εις : Αντρέϊ Μπέλυ : Η Μαγεία των Λέξεων, σελ. 32, εκδ. Έρασμος, Αθήνα, 1988)

Ο ξύλινος λόγος επελαύνει ακάθεκτος. Τούτος ο λόγος, δεν είναι μονάχα ρηχός, μα και επίτηδες διφορούμενος. Δείχνει τάχατες σεβασμό προς την ουσία, την οποία όμως την ίδια στιγμή βιάζει.

Στη τηλεόραση, τούτη την ώρα, σε μια εκπομπή συζητάνε γενικότερα για σκάνδαλα που έχουν να κάνουν με λεηλασία δημόσιου χρήματος και δημόσιου πλούτου, ένας αμέτρητος πακτωλός χρημάτων διαθέσιμος προς τη διαπλοκή κι ένα μονίμως άδειο δημόσιο πουγκί σαν τύχει και το πράγμα έχει να κάνει με τίποτα «παροχές» προς τον πολύ λαό. Ένας κοπρίτης (ζητώ συγνώμη για τη λέξη, μα είμαι ενάντιος σε κάθε σαλονίστικο πολιτικό ψευτοκαθωσπρεπισμό –χρησιμοποίησα τη λέξη επίτηδες για να μου δοθεί ευκαιρία να αναφερθώ σύντομα παρακάτω σ’ αυτή τη «τάξη») εκφράζει την «αγωνία» του, μη τύχει και γίνουν τίποτα τέτοιες «λαϊκές παροχές», λες και τα δίνει απ’ το πουγκί του πατέρα και της μάνας του, ένας απ’ αυτούς που κανείς δε ξέρει κι αν έχει και τίποτα ένσημα στη ζωή του! Και σαν όλους τους καθωσπρέπει και φρόνιμους «καθωσπρέπει» που τελικά δεν πρέπει να τα τα βάζει και με το λαό, έσπευσε κι «…έκανε επίδειξη μεγάλης ευλάβειας, ώστε να μπορεί απαρεξήγητα ν’ αδιαφορεί για την ουσία.» (Άγγελος Τερζάκης : Η πριγκιπέσα Ιζαμπώ, εκδ. ΤΟ ΒΗΜΑ, Αθήνα, 2008, σελ. 368) Εδώ η ευλάβειά του, εκδηλώθηκε με το να δηλώσει πόσο «σέβεται» και «αγωνιά» για την άθλια ζωή αυτών που αρνείται να τους δοθεί όχι ψίχουλα μα κάτι το γενναίο που ουσιαστικά θα τους βοηθούσε. Οι δύο άλλοι πολιτικοί «αντίπαλοι», ένας από το κάθε κόμμα εξουσίας, υπόσχονται μια «νέα μεταρρύθμιση» και το γκρέμισμα του «χάους» που παρέλαβε από τον προηγούμενό του (ή θα παραλάβει από τον επόμενό του), και καλεί ο καθένας τους τον κόσμο να συστρατευθεί με την «μεγάλη» παράταξή του. «Μίλα ξεκάθαρα», λέει ο ένας πολιτικός στον άλλο. «Ιαρταμάν, εξάρξαν απισσόνα σάτρα» (Αριστοφάνης : Αχαρνής, εκδ. Επικαιρότητα, 1997, σελ. 52-53) απαντά ο άλλος, και καλεί με τη σειρά του τον άλλο (αυτόν που προηγούμενα είχε καλέσει τον ίδιο) να μιλήσει κι αυτός το ίδιο ξεκάθαρα. Λέει κι ο άλλος : «Ντεν πάρει κρύσο χασκοκώλο Ατήνο» (Αριστοφάνης : Αχαρνής, εκδ. Επικαιρότητα, 1997, σελ. 52-53). Κι έτσι, μέσα από τέτοια διαφάνεια, αίφνης κατανόησα πλήρως την αλήθεια, τα σκοτάδια διαλύθηκαν με μιας…

Ο ξύλινος πολιτικός λόγος, ως ξύλινος, είναι μονότονος. Αυτός ο λόγος, ως ήχος, άρα ως μουσική πες, διότι κάθε λόγος ως ήχος έχει και μια μουσικότητα, είναι ένας αδιάκοπος κτύπος της γλώσσας πάνω σε κάτι εξαιρετικά σκληρό και τραχύ. Ένας λόγος ξύλινος που έχει ειδικευτεί να ασκεί κατ΄ επάγγελμα και καθ’ έξη πολιτική, κοινωνική, και εν πάσει περιπτώσει, κάθε είδους κριτική. Ο ξύλινος λόγος, είναι ο εκπεσών πολιτικός λόγος. Είναι ένας λόγος που καταστρέφει τη δημιουργία, άρα τη πρόοδο, διότι σωστά έχει λεχθεί ότι «Η γλώσσα είναι το ισχυρότερο όργανο δημιουργίας. Ονομάζοντας ένα πράγμα με μια λέξη βεβαιώνω την ύπαρξή του.» (Αντρέϊ Μπέλυ : Η Μαγεία των Λέξεων, σελ. 9, εκδ. Έρασμος, Αθήνα, 1988. Είναι, συνεπώς, ένας λόγος κενός ουσιαστικού θετικού νοήματος. Είναι, αντίθετα, φορέας, αρνητικών νοημάτων, που επιχειρεί να τα νομιμοποιήσει και παγκοσμιοποιήσει. Κι επειδή ο,τιδήποτε απειλεί το θετικό νόημα είναι επικίνδυνο, ο ξύλινος πολιτικός λόγος είναι επικίνδυνος. Διότι όπως σωστά έχει επισημανθεί, (εδώ βασίζομαι στη περίφημη ανάλυση του Paul Tillich : Το Θάρρος της Υπάρξεως, εκδ. ΔΩΔΩΝΗ, Αθήνα, 1976, σελ. 63 και πέρα) ό,τι απειλεί τη δημιουργική ζωή του ανθρώπου, την ικανότητά του να συμμετέχει δημιουργικά κάπου, τούτο το εμπόδιο ως παράγων δημιουργίας αυτής της έλλειψης νοήματος, επιτίθεται κατά της πνευματικής αυτοβεβαίωσης του ατόμου. Κι αν ακόμα δεχτούμε και το ότι η γλώσσα αποτελεί πολιτισμική συνιστώσα (βλ. π.χ. Harry Hoijer : Η σχέση της γλώσσας με τον πολιτισμό, περιοδ. Εποπτεία, Νο 76, Φεβρουάριος 1983, σελ. 137 και πέρα), τότε ο ξύλινος πολιτικός λόγος είναι και απολίτιστος εν τέλει, δεν έχει σημείο επαφής, σημείο τομής, με ό,τι προσδιορίζεται ως πολιτικός πολιτισμός. Ο λόγος που δεν μπόρεσε να προαχθεί σε πολιτικό, έγινε κάτι πολύ πιο εύκολο, και ταυτόχρονα, εξαιρετικά προβεβλημένο, αφού αποτελεί τον κανόνα κι όχι την εξαίρεση. Έγινε κριτικός των πάντων και τιμητής των πάντων. Τούτος ο ξύλινος πολιτικός λόγος, μπορεί κάλλιστα να παραβληθεί με τον κριτικό καλλιτεχνικό λόγο. Να πώς ο Δαίμων περιγράφει τον κριτικό στον κόκορα εκείνο που επιχείρησε με τη βοήθειά του (του δαίμονα δηλαδή), να γυρίσει τον κόσμο για να γίνει σοφότερος. Έτσι, κάποια στιγμή, ο Δαίμων οδήγησε το πτηνό σε μια αίθουσα γεμάτη κόσμο. Διηγείται το πτηνό : «Εκεί είδα άνθρωπον με ύφος αυστηρόν και σοβαρόν, που εκρατούσεν ένα πήχυν ελαστικόν και εμετρούσε τους Διαβάτας. «Κοίταξε, μου λέγει ο Δαίμων. Αυτός είναι συνηθισμένος να τα βλέπει όλα ανάποδα. Τίποτε δεν τον ευχαριστεί. Να είσαι βέβαιος πως εις το τέλος θα κατηγορήση και τον εαυτόν του επί εσχάτη προδοσία κατά της φύσεως, όταν θα αποφασίση να καταλάβη, ότι περπατεί όπως όλοι με το κεφάλι επάνω και με τα πόδια κάτω!» «Και τι μετράει αυτός;» «Μετράει την ηθικήν των άλλων με την ιδικήν του. Είναι Censor. Αλλά, βλέπεις, ο πήχυς του είναι ελαστικός. Όταν διακρίνη μιαν ηθικήν μεγαλυτέραν από την ιδικήν του, τεντώνει το μέτρον και την παρουσιάζει μικροτέραν. Από το μέτρημα αυτό εβγήκαν όλοι ζημιωμένοι και του έμειναν χρεώσται.» Τότε με ωδήγησε εις μιαν αίθουσαν, που υπήρχε πλήθος από εικόνας, κρεμασμένας εις τους τοίχους. Οι άνθρωποι επερνούσαν, εθαύμαζον τας εικόνας και έφευγον ευχαριστημένοι και χορτάτοι από μιαν απόλαυσιν... Τότε εμβήκεν ένας άνθρωπος, που επροκάλεσε την προσοχήν των θεατών, οι οποίοι εψηθύρισαν μεταξύ των : «Ο Κριτικός... ο αισθητικός... ο σοφός...» Και άφησαν την απόλαυσίν των, που τους ευχαριστούσε μέχρι της στιγμής εκείνης, δια να ακούσουν τι θα έλεγεν ο εισελθών «Κριτικός». Εκείνος έρριψεν ένα βλέμμα εις τα εικόνας και εκίνησε το κεφάλι του με απελπισίαν. Κατόπιν έβγαλε και αυτός ένα μέτρο τεραστίας ελαστικότητος και ήρχισε να μετρή τας εικόνας... Καμία δεν εβγήκε μεγαλυτέρα από το μέτρον του. Τότε εστρέφετο και έλεγε προς τους θεατάς : «Αυτή η εικόνα έχει μεγάλα σφάλματα. Το δένδρον αυτό έχει πολλά φύλλα, και σκεπάζεται ο ουρανός του βάθους... Ο άνθρωπος είναι ξαπλωμένος εις την ρίζαν του και ακουμβά εις το δεξιόν πλευρόν. Σφάλμα : όταν το δένδρον έχει πολλά φύλλα, ο άνθρωπος πρέπει να ακουμβά αριστερά... Εκείνος ο σκύλος, που τρέχει εις το βάθος και κυνηγάει τον λαγόν, δεν προοιωνίζει την «μελλοντικήν» σύνθεσιν, διότι εις το μέλλον θ’ αρχίσουν οι λαγοί να κυνηγούν τους σκύλους...» Και εξακολουθούσεν ο άνθρωπος να κρίνη, ν’ αναλύη, να επικρίνη... «Πολύ μεγάλος ζωγράφος θα είναι αυτός, εσκέφθην, που ευρίσκει με τόσην ευκολίαν τα σφάλματα των συναδέλφων του.» Εκκίνησε το κεφάλι του με θλίψιν το Φάσμα και απάντησεν : «Αυτός απεπειράθη μιαν φοράν να γίνη ζωγράφος και δεν το κατώρθωσε. Ο άνθρωπος δεν είχε μέσα του την «σύνθεσιν». Από τότε δεν ανέχεται εμπρός του κανένα είδος συνθέσεως. Έτσι η τάσις του προς την Τέχνην διεμορφώθη «αρνητική»: μετεβλήθη εις μανίαν «αποσυνθέσεως»» (Π. Δημητρακόπουλος : Επιλογή από το έργο του - Σηδηρά Διαθήκη, Χρυσή Διαθήκη, Κριτήριον, Η Σκουπιδιάδα, σελ. 197-198)

Ίδε ο Κριτικός! Ίδε ο Ξύλινος Λόγο στη Τέχνη! Ίδε ο Ξύλινος Λόγος στην Πολιτική! Όλοι οι ξύλινοι λόγοι, είναι φτιαγμένοι απ’ την ίδια στόφα! Αντικαταστήστε τον κριτικό στη παραπάνω περιγραφή και θαυμάσια θάχετε μπροστά σας τόσους και τόσους, τόσες και τόσες, Σταυρωτές του Λόγου.
Χρειάζεται όμως εδώ μια διευκρίνιση. Πολλές φορές, βλέπω στη τηλεόραση ή ακούω στο ραδιόφωνο να μιλάνε πολιτικοί ή δημόσια γενικότερα πρόσωπα, πρόσωπα που πράγματι υπολήπτομαι, απ’ όλους τους πολιτικούς χώρους, που να λένε πολλά και σημαντικά πράγματα. Και κυρίως να τα μιλάνε με εντιμότητα. Παρόλα αυτά, είναι δυνατό (και συνήθως αυτό γίνεται), αυτά τα ίδια σωστά πράγματα, να τα λένε και όλοι αυτοί που εκπροσωπούν τον ξύλινο λόγο. Είναι σημαντικό να υπογραμμίσουμε ότι η διαφοροποίηση του ξύλινου λόγου από τον μη ξύλινο λόγο, δεν έγκειται τόσο στο λεκτικό, όσο στη πίστη αυτών που τον εκφέρουν, πίστη στα ίδια τα λεγόμενά τους. Ο ξύλινος πολιτικός λόγος, δεν πιστεύει αυτά που λέει. Και βέβαια, η μη πίστη στα λεγόμενα, είναι κάτι που εισπράττεται από τον ακροατή (ή θεατή). Ο γνήσιος λόγος, έχει ένα εγγενές ανθρώπινο ενδιαφέρον και σε ορισμένες περιπτώσεις πάθος, μια εγγενή τάση να είναι ζεστός, ακόμα κι αν λέει πράγματα που δεν μας αρέσουν, να είναι αποδεκτός όχι απλά (ή μόνο) ως μήνυμα, μα ως αξία επικοινωνίας, ΚΥΡΙΩΣ δε, ΣΕΒΕΤΑΙ τον συνομιλητή του, δεν επιχειρεί να τον παρασύρει εκεί που θέλει με τρόπο ανέντιμο, στήνοντάς του παγίδες, προσέρχεται στο τραπέζι της επικοινωνίας και του διαλόγου με διάθεση να υποστηρίξει τις θέσεις του, μα όχι να παραπλανήσει. Και βεβαίως, αυτός ή αυτή που εκφέρει τον λόγο, η προσωπική του (της) διαδρομή και συνέπεια, αποτελούν επίσης χαρακτηριστικά που διακρίνουν και διαφοροποιούν τον ένα από τον άλλον λόγο.

Και τώρα, μια αναφορά, μια σύντομη αναφορά, σ’ αυτό που σας υποσχέθηκα. Σ’ αυτή τη τάξη του δήθεν καθωσπρεπισμού, την οποία ας τη βαφτίσω ως η Παρασιτική και Αυθαδιάζουσα Τάξη του Υψωμένου Δείκτη –διότι έχουν τη τάση, εκτός των άλλων, απευθυνόμενοι στο λαό να υψώνουν το δείκτη του χεριού τους και να μας τον δείχνουν, δείγμα καθηγητικής σοφίας και επιβολής. Τούτη λοιπόν η Τάξη, διαθέτει και το δικό της Μέγα Καθωσπρεπικό Λεξικό. Όταν συνομιλούν μεταξύ τους τα μέλη αυτής της Τάξης, λένε πράγματα πολύ in που εμείς (που γενικώς είμαστε out) δεν μπορούμε να διανοηθούμε ότι λέγονται (μεταξύ τους). Ας δούμε μια τυπική περιγραφή του πώς τούτοι οι καθωσπρέπει μιλάνε και συμπεριφέρονται μεταξύ τους. Ιδού μια έξοχη περιγραφή : «Η εικόνα είναι κοινή, συνηθισμένη για τη μικρή πολιτικοεπιχειρηματική κοινότητα των Αθηνών. Συναντάται σχεδόν κάθε βράδυ ή και μεσημέρι στα 4-5 στέκια της ευρυτέρας περιοχής του Κολωνακίου και του κέντρου της πρωτεύουσας. Ανάκατες παρέες πολιτικών, επιχειρηματιών, στελεχών επιχειρήσεων του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, τραπεζιτών, χρηματοοικονομικών συμβούλων, ενδιάμεσων διαμεσολαβητών, μεγαλοδικηγόρων και εκπροσώπων των ΜΜΕ, μεταφέρουν το κλίμα και την ατμόσφαιρα της κυρίαρχης νεοελληνικής τάξης, που δείχνει απίστευτα ομοιόμορφη. Άντρες και γυναίκες με ρούχα ακριβά, εξεζητημένα αξεσουάρ, άνεση, πούρα και στυλ, αλλά με γλώσσα αγοραία, χαριεντίζονται δήθεν έξυπνα, αλλά στη βάση χυδαία, συζητούν για πολιτική κατά τρόπο ισοπεδωτικό, κουτσομπολεύουν απίστευτα, θάβει ο ένας τον άλλον, μιλούν για χρήμα και σεξ μαζί, αναδεικνύοντας μια κοινωνία χωρίς ιερό και όσιο, όπως θα έλεγε και ο Αρχιεπίσκοπος. Κοινή αφετηρία βεβαίως οι δουλειές. Δουλειές γρήγορες, εύκολες, αρπαχτές κατά την κοινή γλώσσα, με το Δημόσιο πάντα, γιατί οι άλλες θέλουν κόπο, σχέδιο, οργάνωση και υπομονή. Και η φρέσκια νεοπλουτίστικη τάξη, η λούμπεν που λένε και οι τρομοκράτες, δεν έχει καρό για τέτοια. Ανδρωμένη τα τελευταία 15 χρόνια, ώριμη πια…, με συμβούλους και ενδιάμεσους τους σπουδαγμένους της γενιάς του πολυτεχνείου…» (Αντώνη Καρακούση : Στα στέκια της νεοπλουτίστικης Αθήνας, εφημ. Η Καθημερινή, 9/6/2002, σελ. 10)
Και τώρα ο επίλογος : τι θα μπορούσα να θέσω ως επίλογο; Έστω ούτος : Εναγείς και αλητήριοι…